Ο τρελός, ο άμυαλος, ο ορμητικός και απερίσκεπτος. Λέγεται στην Πελοπόννησο, όπως σε Αχαΐα και Ηλεία, και στη Λευκάδα.

Σέρνει μαζί του κι εκείνο το τσαλαφό σούργελο με τα τζιν και τα σπορτέξ και το δήθεν στυλάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Ετυμολογία κανείς;

#2
σφυρίζων

Να πορτοκαλεικάσω ετυμολογική συνάφεια με το άτσαλος?

#3
GATZMAN

Περικλείει μέσα της και τη λέξη σαλός (σαλεμένος)

#4
σφυρίζων

Χμου, δεν αποκλείεται. Στην γουγλογραφία το τσαλαφός εμφανίζεται κι ως σαλαφός.