Εκνευρισμένος, νευριασμένος, έτοιμος για καβγά. Συνώνυμα: παρμένος, συφιλιασμένος
Αποφασισμένος, ετοιμοπόλεμος, με τσαμπουκά.
- Τι έχει πάλι ο Πίπης; Του είπα γεια και μόνο που δεν με βάρεσε. Γυρεύοντας πάει;
- Όχι μωρέ. Ποιός ξέρει, πάλι φορτωμένος απ' τη γκόμενα θα είναι. Τού 'χει κάνει τη ζωή πατίνι τελευταία, σήκω-σήκω κάτσε-κάτσε. Πού να ξεσπάσει κι' αυτός...Γαμώ τα ματς ρε φίλε, μπήκαν μέσα τελείως φορτωμένοι. Μέσα σε δέκα λεπτά βάλαν δύο γκολ μιλάμε.
0 comments