Σλανγκιο-μαγκιόρικη παραλλαγή της έκφρασης "καλύτερα να το ντύνεις, παρά να το το ταΐζεις". Όπως και η ορίτζιναλ, η εκδοχή αυτή χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα πολύ φαγανιάρικα παιδάκια που τρώνε τον αγλέορα και χορτασμό δεν έχουνε.

Η αρχική φράση έχει το νόημα ότι στην περίπτωση των παιδακιών* που είναι σβόλια και τρώνε τον πατέρα τους και τη μάνα τους, η συνήθης σχέση ανάμεσα στο κόστος των παιδικών ρούχων (υψηλό) και στο κόστος του φαγητού των παιδιών (υποτίθεται υποφερτό) αντιστρέφεται, με το δεύτερο να κοστίζει περισσότερο**.

Η πιο μπρουτάλ και αντι-παιδαγωγική εκδοχή την οποία καταγράφω, δεν πετυχαίνει την έμφαση μέσα από την υπερβολή μιας κανονικής σχέσης που αντιστρέφεται, αλλά (α) μέσω περιττολογίας, γιατί προφάνουσλυ από την άποψη κόστους είναι καλύτερα, δηλαδή φτηνότερο, να χαστουκίζεις το παιδί παρά να το ταΐζεις (τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα). Υπό αυτήν την έννοια, της περιττολογίας, θυμίζει και την έκφραση "καλύτερα πλούσιος και υγιής παρά φτωχός και άρρωστος". (β) μέσω σκανδάλου, του να χαστουκίζεις ένα παιδί που ζητάει φαγητό. (γ) του συνδυασμού (α) και (β).

(Στο καφενείο, στου Ψυρρή, στη λιακάδα, παππούς παίζει τάβλι με έτερο παππού, του οποίου ο 4χρονος εγγονός παρίσταται).

Παππούς 1: (στα ζάρια) Καλώσ' τα!
Εγγονός: Παππού, ζαμπόν!
Παππούς 2: Τώρα θα πούμε στην κυρά - Μαρία να φέρει κι άλλο.
Εγγονός: Παππού, ψωμί.
Παππούς 1: Τι είναι τούτος ρε συ, καλύτερα να του δίνεις χαστούκια, παρά να τον ταΐζεις.
Παππούς 2: Άιντε παίζε τώρα.
Παππούς 1: Μα νηστικό σ' αφηνει ο παππούς λεβέντη μου.


*διαλεκτικός γραμματικός τύπος: ο συγγραφέας του ορισμού είναι από τα Χανιά της Κρήτης, όπου τα υποκοριστικά του ουδετέρου έχουν γενική, π.χ. παιδάκι - παιδακιού, παιδάκια - παιδακιών.

**Βέβαια, αυτό είναι μάλλον το κανονικό και μάλιστα για όλα τα παιδιά, αφού τα παιδιά θέλουν κάθε μέρα φαΐ, και πάντα έκανα εικασίες ότι αυτή η παροιμιώδης φράση είτε εκφράζει την οπτική γωνία του νονού, για τον οποίο τα ρούχα του παιδιού κοστίζουν περισσότερο από το φαγητό τους, εφόσον αυτό δεν είναι υποχρεωμένος να τους το παρέχει, ή ότι ίσως προέρχεται από μια εποχή τέτοιας φτώχειας και ένδειας όπου το κόστος των ρούχων ήταν εξωφρενικά μεγαλύτερο από το κόστος του φαγητού, επειδή τα ρούχα γενικά ήταν κάτι σαν είδος πολυτελείας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
σφυρίζων

Κούδες!

Στην αρχή το έκοψα για κάτι μπιντιεσεμικό, αλλά το διάβασα καλύτερα.

Πέον να σημειωθεί ότι το μοντυπαϊθονικό σκετσάκι έχει πια πλήρως αντιστραφεί. Της προάλλες καθώς χτυπούσαμε βρομερά πιτόγυρα με το τρελό παρεάκι θυμόμασταν τις εποχές που απολαμβάναμε πολυχρονεμένα καραουισκάκια Macallan και βάλε συνοδεία φουσεκίων Cohiba Esplendido μετά από τρελές γκουρμεδιές στο Bajazzo, "αλλά ήμασταν δυστυχισμένοι τότε".

#2
vikar

Το παιδακιών δέν τό 'χω για διαλεκτικό, το -ακιών ο κανονικός τύπος γενικής πληθυντικού για το -άκι είναι (γεράκι, αυλάκι, βαμβάκι...). Σίγουρα όμως θεωρείται απο πολλούς ευτελής κατάληξη, λαϊκάντζα, σχεδόν σε όλα τα υποκοριστικά. Και έχεις το γελοίο φαινόμενο να προσφεύγουμε στο -ακίων, το τόσο κραυγαλέα παλαιοελληνικό, που μας εξαναγκάζει συνήθως, ακόμη κι' αν δέν το θέλουμε, να πάρουμε χιουμοριστικό ύφος και να υπονομεύουμε έτσι οι ίδιοι και τη συζήτηση!

Πάντως, δεδομένου οτι η γενική, ειδικά του πληθυντικού, όντως αποφεύγεται σε χαλαρές κουβέντες (και αντικαθίσταται απο άλλους σχηματισμούς, συχνά εμπρόθετους, πιχί όχι των παιδακιών αλλα απ' τα παιδάκια), το σκάλωμα που τρώμε με το -ακιών βέρσους -ακίων δείχνει θά 'λεγα οτι ο τόσο ευρύς υποκορισμός σε απαιτητικότερες κουβέντες (οπου τη χρειάζεσαι τη γενική και δέ σου αρκούν οι εμπρόθετες λύσεις) πρέπει να είναι σχετικά καινούργιο φρούτο.

#3
vikar

Και ένα σχετικό πόστ απο Σαραντάκο, μιά και τα είπα αυτά.

#4
vanias

Στη χίο γίνεται κυριολεκτικά της πουτάνας με τις γενικές των υποκοριστικών. Σχεδόν σε κάθε συζήτηση, είτε μιλάει Δήμαρχος με Νομάρχη ή καπετάνιος με μαστιχοπαραγωγό ή ψαροντουφεκάς με κυνηγό θα ξεπροβάλλει με αφύσικη φυσικότητα μια τέτοια γενική και σε πείσμα του Βίκαρ η κουβέντα δε θα ευτελιστεί, γιατί πολύ απλά αν δέχεσαι τα "παιδάκια" - και πως θα μπορούσες να μην τα δεχτείς, είναι το μέλλον του τόπου- θα δεχτείς και τις ανάγκες των παιδακιώ(ν). Από τα παιδάκια στα μηχανάκια(τιμημένο μεταφορικό μέσο από όλες τις ηλικίες), στα πουλάκια και τα ψαράκια (χόμπυ ευρέως διαδεδομένα), στα κουμπαράκια (φιλική προσφώνηση ωσαύτως διαδεδομένη, υπάρχει-δεν υπάρχει η ιδιότης) και φυσικά στα υποκοριστικά των βαπτιστικών ονομάτων που υποδηλούν και οικειότητα και αγάπη μεταξύ των χιωτών ("το" παντελάκι/μαρκελάκι/ζαννάκι κ.ο.κ) όλο και κάπου θα προκύψει ανάγκη χρήσης γενικής και οι περιφραστικές/εμπρόθετες λύσεις παραπέμπουν στην έλλειψη εντοπιότητας που βοηθάει μεν την γραμματική και τους συντακτικούς κανόνες αλλά δε βοηθάει την επικοινωνία. Κανείς παρεκτός των σφιχτοκώληδων δε θα σταθεί στο λάθος, τουναντίον οι περισσότεροι θα το αναπαράγουν αναγνωρίζοντας ότι η γλώσσα είναι απλώς όχημα κι όχι προορισμός.

σχετικά με το λήμμα, η χιώτικη συνεισφορά που μου έρχεται στο μυαλό είναι "Γιάδε, καταλαβαίνεις πως δε χορταίνεις έχομε και σανό" κάπου σε κάποιο σχόλιο είχα ξαναθέσει το ζήτημα της ετικέτας για παροιμίες. Θέλουμε δε θέλουμε είναι σλανγκ και δη ευρύτατης χρήσης. Άμα δεν ξέρεις το νόημά τους, δεν καταλαβαίνεις τι σου λένε.

#5
vikar

«Σε πείσμα του βικάρ» οταν λές; με μπέρδεψες: των παιδακιών λένε ή των παιδακίων;

#6
vanias

ευτελής είπα αδερφέ, όχι υπονομευάμενη

#7
vikar

Βρε πές, γιατι στ' αλήθεια με μπέρδεψες! παιδακιών λέν στη Χίο ή παιδακίων; (υποθέτω το πρώτο) Είπα οτι το δεύτερο υπονομεύει τη κουβέντα, γι' αυτό (για σε πετάει σε παράταιρα επίσημο ύφος, σ' το καταντάει κιτσαριό).

Πάντως, σίγουρα σε διαλέκτους τέτοια πράματα είν' απενοχοποιημένα. Ντάξει, διάλεκτοι, αργκό στις πόλεις, το εργαστήρι της γλώσσας, γνωστά στο σάιτ, έτσι δέ 'ναι; γι' αυτό ειμαστε δώ αλλωστε κάποιοι.

#8
vanias

παιδακιών βρε μπελά!κι άμα βιάζεσαι το κόβεις το "ν". Μα πού της γης ο ξεροσφύρης γαμώ το φιλότιμό μου;

#9
donmhtsos

Άκρως ενδιαφέροντα όλα: λήμμα, σχόλια και παραπομπές. Ιδιαίτερα του Σαραντάκου, που διαφωτίζει, αλλά και "απενοχοποιεί" κάποιους λεκτικούς τύπους. Έχω συλλάβει αρκετές φορές τον εαυτό μου, εν όψει τέτοιων γενικών, είτε να το "στρίβει περιφραστικώς", είτε να το "φαιδρύνει διά της καθαρευούσης". Πόσο πιό "όμορφα κι απλά" το λύνει η λαϊκή γλώσσα, όπως μας δείχνει η εύστοχη παρέμβαση του Βάνια.

#10
vikar

...

#11
vanias

καρντάσι κρύφ'τα λύριξ γιατί σε διαβάζουν και πατριώτες απο πα'.

#12
vikar

άχαχαχα

#13
dryhammer

τω μπαιδακιώ, τω μπατατώ, των εκκλησιδακιών

(= των παιδίσκων, των γεωμήλων, των ναίσκων)

ποιος $%@#! με μελετούσε ενώ ξυριζόμουνα κι ήκαμα τη μούρη μου σαν τ' αεροδρόμιο του Ντόνετσκ;

#14
vanias

κυριακή μιάμιση η ώρα το μεσημέρι κι ο άλλος ξυρίζεται..εγώ ρε σε μελετούσα, που να ξέρω ότι θα χειρίζεσαι τέτοια εργαλεία τέτοια μέρα κι ώρα

#15
xalikoutis

Οκ, νομίζω είναι κατανοητό: στην Κρήτη και αλλού προφανώς στα νησιά, η γενική στα υποκοριστικά είναι κανονική, δεν ξενίζει, δε λερώνει, ούτε στην ύπαιθρο ούτε εντός των αστικών κέντρων (γι' αυτό έγραψα διαλεκτικό), προφανώς στον προφορικό λόγο. Θυμάμαι είχαμε μια Κύπρια φιλόλογο που δεν της ήταν οικείο και το σχολιάζε χαριτωμένα "το σακουλάκι των πατατακιών", "τα πλακάκια των σκαλακιών" "το καπάκι του μπουκαλακιού" και κάτι τέτοια έλεγε. Ο ξεροσφύρης το έδωσε ωραία το κρητικό.

#16
soulto

Η γενική έχει 'γενικότερες' δυσκολίες.
Θυμάστε τον Μπίτσιο, του Μπιτσίου; (κανονικά στο χωριό του θα έλεγαν κάτι σαν: "του Μπίτσιου η μάνα κάθονταν..!")

#17
σφυρίζων

Γνωρίζω απόμαχους του ΥΠΕΞ που ακόμα γελάνε με το Τσίου-Τσίου-Μπιτσίου :-)

#18
soulto

Απ' ότι φαίνεται σύντομα θα έχουμε Τσίου-Τσίου-Γατσίου

Ο πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου, Κώστας Γάτσιος επικεφαλής του κόμματος του Αλ. Παπαδόπουλου