θείος, θεία

Ο άντρας και η γυναίκα μιας μέσης ή κάπως μεγάλης ηλικίας. Τόσο ουδέτερα, όσο και με κάποια μειωτική διάθεση.

Σε αντιστοιχία με τις λέξεις τύπος, τύπισσα, παππούς, γιαγιά. Στα χωριά και στις μικρές πόλεις, τουλάχιστον παλιότερα, ήταν μια απλή κλητική προσφώνηση των νεοτέρων προς μεγαλυτέρους, ανάλογα με την ηλικία αυτών.

  1. - Περίμενε λίγο θεία να περάσει ο μάστορας με τη σκάλα.
    - Τι φτιάχνετε εδώ παλικάρι μου;
    - Ε, βάφουμε.
    - Α, το δώσανε τελικά ε; Ποιος το πήρε το μαγαζί;
    - Καλά θεία, πέρνα εσύ και μετά θα περάσει κι η σκάλα.
  2. Από εδώ:
    Τι λεει ρε ο θείος???????? χαχαχαχαχα α τον λαμακα. Καμία ροή σκέψεις και έκφρασης . Τίποτα. Ρε ποιους ψηφίζουμε ρεεεεεεε!!!!
  3. Από εδώ:
    Υπηρετώντας τη θητεία μου στη Ρόδο το '91 σε κάποια επιστροφή εξοδούχων ήρθε ένας θείος και μου είπε ένα όνομα.Υπέθεσα οτι ήθελε να του φωνάξω το γιο του.Εχει σημάνει σιωπητήριο του λέω δε γίνεται να τον φωνάξω τώρα. Οχι παιδί μου μου λέει.Εγω είμαι και ήμουν εξοδούχος.Κάγκελο εγώ.49 ετων και υπηρέτησε για 4 μήνες...
  4. Από εδώ:
    το καλοκαίρι ήμασταν σε μια ερημική παραλία της Χαλκιδικής και ξαφνικά ήρθε ένας θείος και μας είπε πως πρέπει να φύγουμε από κει γιατί είναι ιδιωτική παραλία κι όταν ρωτήσαμε ποιανού είναι ήταν του [...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
σφυρίζων

Στος. Υπάρχει και το κλασικό ΧαρρυΚλυννικό "σιγά ρε θείο θα χυθεί το γάλα".

#2
donmhtsos

Υπάρχει και το "θείο θέλω κολόρι" από παλιό χριστοφορικό ανέκδοτο.

#3
klitemnistra

επιβεβαιωνω την σχεδον αποκλειστικη του χρηση ως κλητικολεξο προς ημιγνωστους και αγνωστους εις τα οικεια μου χωριά.

θυμουμαι κιολας την εφαρμογη/επεκταση του στο παροιμιακο "θεια, θεια, κολυβα!" που εχει τη ριζα του στα ψυχοσαββατιατικα τραταρισματα και -ως εννοια- εχρησιμοποιουνταν ως το χριστιανικο αντιστοιχο του βουκολικου "στασου μυδγαλα".

#4
dryhammer

αντιπαράβαλε και το καλε, καλε σεις