διάλε τσ' απολυμάνες/απολυμάνους σου

Η έκφραση είναι Κρητικιά και χρησιμοποιείται σε καταστάσεις συναισθηματικής φόρτισης από τον ομιλητή, κυρίως δυσάρεστες που του προκαλούν αγωνία, θυμό, αγανάκτηση. Προέρχεται από τις λέξεις "διά((β)ο)λος" και τη μετοχή παρακειμένου "απολελυμένους" και μεταγενέστερα "απολυμένους" που στην εκκλησιαστική ρητορεία είναι αυτοί που έχουν φύγει από το ποίμνιο της επίγειας Εκκλησίας κι έχουν καταλήξει στην Εκκλησία του Θεού, δηλαδή οι πεθαμένοι (που έχουν απολυθεί από τον ζυγό των επίγειων και τους περιορισμούς της σάρκας, έχουν πάρει "απολυτήριο"), οι συγχωρεμένοι (ή κι ασυγχώρητοι, βλ. Χίτλερ).

Αποτελεί συνεκφορά, διότι δεν αναφέρεται στους συγχωρεμένους του διάλου (Θεός φυλάξοι!),αλλά μπορεί να αποδοθεί ως "ανάθεμα(, σ)τους νεκρούς σου" (προγόνους κυρίως, λόγω του κτητικού "σου"). Είναι έκφραση βαρυσήμαντη όταν χρησιμοποιείται για ανθρώπους (αφού βρίζεις τους νεκρούς κάποιου και ρίχνεις ανάθεμα στο ριζικό του απ'όπου προήλθε) και περιπαικτική όταν απευθύνεται σε άψυχα πράγματα, που λόγω ανιμισμού, ποιητική αδεία, πολλές εκφράσεις απευθύνονται από ανάγκη να επικοινωνηθεί ένα συμβάν αλλά δεν υπάρχουν μάρτυρες να το δουν και να το ακούσουν παρά μόνο αυτό το ίδιο το πράγμα για το οποίο γίνεται ντόρος.

α. - Μπάρμπα, πάλι εξέχασα τα κλειδιά τ'αμαξιού.
- Διάλε τσ' απολυμάνες σου, ανέ δεν έχεις κουζουλαθεί τελείως!Κι εδά, μπρε μπαϊλντισμένε (=σκασμένε), πώς να μπούμε μέσα θέλει;(= θα μπούμε)

β. Βαστά το Μαριώ ν-το δίσκο, μα πέφτει κάτω και ν-το σπα. Λέγει ν-του μεγάλα (=με μεγάλη φωνή, φωνιάζοντας):
"Διάλε τσ' απολυμάνες σου για δίσκος"!

Σύνταξη

  1. Χωρίς πρόσθετα, απλή εκφορά ως έχει. Η απάντηση του μπάρμπα στο πρώτο παράδειγμα, μπορεί να σταματήσει στην έκφραση χωρίς να συνεχιστεί. Αποδέκτης είναι ο ανεπρόκοπος ανεψιός ολόκληρος!

  2. Διάλε τσ' απολυμάνες σου + αρνητική υπόθεση (α(νέ) δεν) όταν θέλουμε να συμπληρώσουμε με πρόταση ένα σχόλιο. Απαλύνει το ξεσταύρισμα αλλά δεν το εξαλείφει. Αντιθέτως το γεγονός ότι το μετριάζει, κάνει την ειρωνεία πιο τσουχτερή, σε μια ψευδοπροσπάθεια να συμμαζευτούν τα ασυμμάζευτα που είναι ηλίου φαεινότερα κι έτσι τα καταδεικνύει χειρότερα. Με λίγα λόγια του τη λες του άλλου κανονικότατα.("ανέ δεν έεις κουζουλαθεί τελείως" = που πράγματι έχεις τρελαθεί εντελώς)

  3. Διάλε τσ' απολυμάνες σου + ουσιαστικό (με συμπληρωματικό δείκτη το "για") όταν θέλουμε να επεξηγήσουμε το πού/σε ποιον απευθύνεται ακριβώς η έκφραση και τί/ποιον αφορά. Μπορεί μετά το ουσιαστικό να γίνει και δεύτερη επέκταση με δευτερεύουσα αναφορική. Η απάντηση του μπάρμπα στο πρώτο παράδειγμα μπορεί να γίνει:

"Διάλε τσ' απολυμάνες σου, για μυαλό απού το'(χ)εις".

Τέλος μπορεί να προστεθεί και τρίτη επέκταση με αρνητική υπόθεση και να γίνει πλήρως:

"Διάλε τσ' απολυμάνες σου, για μυαλό απού το'(χ)εις, ανέ δεν είναι χάρβαλο σα γ-κι απατός σου"(=χαλασμένο σαν κι εσένανε τον ίδιο, δηλώνει την έμφαση).

Είναι τόσο σκωπτικό όσο και υποτιμητικό εδώ γιατί στα άψυχα ή μέρη του σώματος αναθεματιζουμε τα γονικά τους. Τα πρώτα δεν έχουν, παρά μόνο το ανθρώπινο χέρι που τά'φτιαξε και τα δεύτερα έχουν εμάς τους ίδιους αφού είναι μέρος μας.

Σχόλιο: Η έκφραση είναι τυποποιημένη και έχει επιφωνηματική χρήση. Γι' αυτόν το λόγο και δεν αναλύεται από το φυσικό ομιλητή στα περαιτέρω συστατικά της, εφόσον η λέξη "απολυμένος" μ' αυτή τη σημασία είναι απολίθωμα και δε χρησιμοποιείται πουθενά αλλού. Έτσι είναι επιρρεπής σε φωνολογικές αλλοιώσεις. Η κατάληξη "-ους" της αιτιατικής του πληθυντικού τις περισσότερες φορές ακούγεται ως "-ες". Το νόημά της είναι βαρύ αν και ασαφές για πολλούς χρήστες της έκφρασης σήμερα με μητρική γλώσσα την κρητική διάλεκτο. Η ίδια η έκφραση είναι απολίθωμα, μια νίλα που η αρχική της χρήση και προέλευση χάνεται στο χρόνο, στα μεσαιωνικά - βυζαντινά ελληνικά. Μόνο το "διάλε" είναι γόνιμο στη χρήση από μόνο του και ως συντόμευση όλης της έκφρασης αλλά και ως αντικατάστατο του "ανάθεμα". "Διάλε τσι παράδες σου, α δε μας εκάψανε" (= ανάθεμα τα λεφτά σου που - πράγματι - μας καταστρέψανε).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
dryhammer

γιατί νομίζω πως είναι "τσ' απολιμάρες";

#2
barbarosa

Ναι, το'χω δει κι εγώ... Ο γκούγκλης βγάζει πολλά τέτοια αποτελέσματα... Ποτέ μου δεν τον έχω ακούσει έτσι από Χανιώτη Κρητικό τουλάχιστον, όλοι έτσι το λέμε. Από όσους το'χουνε κοπιάρει όμως μη Κρητικούς, έτσι τ'ακούω. Η λέξη "απολυμάρες", δε σημαίνει τίποτα από μόνη της και δε μπορεί να έχει κατασκευαστεί μόνο και μόνο για μια φράση μ'αυτό το νόημα. Έψαξα πάντως να βρω ετυμολογία κουλουπου γιατί μου έκανε εντύπωση, μα δεν εβρήκα πράμα.

#3
xalikoutis

Είναι διάλε τσ' απολειμάρους σου. Το γλωσσάρι Ξανθινάκη γράφει ότι είναι από το απομεινάροι που με αντιμετάθεση συμφώνων γίνεται απονειμάροι, και με ανομοιώση των δύο ερρινων (ν-μ -> λ-μ) απολειμάροι. Το γλωσσάρι γράφει ότι απομεινάροι σημαίνει εναπομείναντες, υπόλοιποι, αλλά δε μας λέει τι εννοείται με αυτό. Μάλλον εννοείται οι απόγονοι.

Ο Κοκκινογένης σύσλανγκος έχει πιάσει το νόημα της φράσης σε λεπτό επίπεδο με τις "επεκτάσεις" που γράφει, αλλά αυτά που γράφει έχουνε διάφορα, ας πούμε, λαθάκια.

Π.χ. η φράση

"Διάλε τσ' απολυμάνες σου, για μυαλό απού το'(χ)εις".

barbarosa πιο πάνω

δε θα λεγόταν έτσι στην Κρήτη.

Θα μπορούσε να ειπωθεί

  • διάλε τσ' απολειμάρους του για μυαλό όταν βρίζουμε το μυαλό μας.
  • Ή διάλε τσ' απολειμάρους σου, μα μυαλό δεν έεις δράμι/ντίπι ή κάτι τέτοιο, όταν βρίζουμε το μυαλό του άλλου και επεκτείνουμε / διευκρινίζουμε.

Συμπεράσμα: με τη συγκεκριμένη κατάρα, μπορούμε να καταραστούμε α) αντικείμενα, ιδιότητες, καταστάσεις χωρίς να προσδιορίζουμε ποιανού είναι (διάλε τσ' απολειμάρους του για δίσκος όπως δίνεις στο παράδειγμα) β) δικά μας αντικείμενα/ιδιότητες χωρίς να το προσδιοριορίζουμε (διάλε τσ' απολειμάρους του για μυαλό [ενν.: μου] γ) τον άλλο για τα αντικείμενά/ιδιότητές του, χωρίς να εισάγουμε κείνο που ειδικότερα καταριόμαστε με το για (διάλε τσ' απολειμάρους σου, μα μυαλό δεν έεις δράμι/ντίπι). Δε μπορούμε, δηλαδή, απευθείας να καταραστούμε τα αντικείμενα/ιδιότητες του άλλου, καταριόμαστε εκείνον που το έχει.

Γιατί;

Εικάζω επειδή είναι μια πολύ ανθρωπομορφική κατάρα αυτό με τους απογόνους, ώστε είτε κάνουμε το αντικείμενο έμψυχο και το καταριόμαστε ως τέτοιο, είτε καταριόμαστε κάτι του εαυτού μας βάζοντας το απέναντι ως έμψυχο, αλλά είναι μπέρδεμα να καταραστούμε κάτι κάποιου άλλου κάνοντας το ανθρωπομορφικό γιατί ο άλλος τον οποίο καταριόμαστε είναι ήδη έμψυχος.

Έχουμε, άλλωστε, κι άλλες κατάρες.

#4
donmhtsos

Νομίζω (χωρίς να είμαι σίγουρος) πως έχω δεί (ακούσει) και "διάλε τ' αποθαμένα σου". Ισχύει κάτι τέτοιο;

#5
xalikoutis

Διάλε τσ' αποθαμένους σου, ναι.

#6
donmhtsos

Χαλικού, ευχαριστώ για την άμεση απάντηση.

#7
barbarosa

Το "απολειμάρους" δεν το'χω ακούσει ποτέ. Ως φυσική ομιλήτρια της Κρητικής, ούτε στα Χανιά, ούτε στα χωριά τριγύρω. Το ότι το ένα γράφεται με "υ" και το άλλο με "ει" σημαίνει πως έχουν άλλα ριζικά και πρόκειται για δυο διαφορετικές βρισιές. Το ένα προέρχεται από το "απολύομαι" και το άλλο από το "απομένω". Και τα δύο επικαλούνται το διάολο πάντως να "συντρεξει" για να πάρει και να σηκώσει, στη μια περίπτωση τσ'αποθαμένους και στην άλλη τσ'αζωντανούς πού' χουν απομείνει στον απάνω κόσμο από το ριζικό. Έτσι διαμορφώνονται:
Διάλε τσ' απολυμάνες(καθ' έλξιν από το απολειμάρες/απολυμάρους το "ε" της μετοχικής κατάληξης γίνεται "α") vs Διάλε τσ' απολειμάρες. Με λίγα λόγια δυο εκφράσεις για το διάολο για να τσι πάρει ούλους. Όσο για το αν συντάσσεται έτσι, έτσι το συντασσω, έτσι κι οι γονιοί μου, ο παππού μου, η γιαγιά μου, και τα δυο χωργιά καταγωγής μου σε Κίσσαμο και Κεραμειά... Τί να πω... Τα λεξικά έχουν ελλείψεις όταν πρόκειται για διαλέκτους: πρέπει να υπάρχει εναρμόνιση που να εξυπηρετεί τα συφέροντα της επίσημης διαλέκτου που έχει στρατό και στόλο, δηλαδή της γλώσσας. Συν του ότι υπάρχει πειρασμός υπερδιορθωσης ή και απόκρυψης λόγω χαμηλού κύρους διαλεκτικων ιδιαιτεροτητων σε σχέση με το υψηλό κύρος της επίσημης γλώσσας. Κανένα λεξικό δεν είναι ευαγγέλιο. Υπάρχει και η περίπτωση απλά της παράλειψης. Πάντως η παρέμβαση ήταν ενδιαφέρουσα χαλικούτη, διότι έτσι εξηγείται εν πολλοις γιατί ο γουγλης βρίθει από την έκφραση των "απολειμάρων" κι όχι των "απολυμάνων", υπάρχει και ένα έρεισμα από το λεξικό του Ξανθιδάκη που το ανθολογησε.

#8
barbarosa

Διάλε τσ' απολυμάνες του πάντως για κορρέκτορας πάντως... Και μόλις είδα αυτό το ψευδώνυμο, τώρα μετανιώνω που δε διάλεξα το "Αμπλά" ή το "Αλί Γκογκό" ή το "Σαλής", χαλικούτηδων - φίρμες!

#9
donmhtsos

@barbarosa. Συγνώμη που σου άλλαξα φύλο στο σχόλιό μου στο λήμμα σάη. Πάντως στο σχόλιό μου εκείνο κράτησα και μιά "πισινή".

Το "Βαρβαρόσα" τό'χω ξανακούσει σε γυναικείο όνομα, παρατσούκλι πιό σωστά. Έτσι αποκαλούσε τη νύφη του ένας γέροντας στο χωριό μου τη δεκαετία του '50. Την είχε ονοματίσει έτσι από το ομώνυμο Τουρκικό πολεμικό πλοίο των Βαλκανικών Πολέμων, όπου είχε πάρει κι ο ίδιος μέρος, αποδίδοντας τα αισθήματα που έτρεφε γι' αυτήν.

#10
xalikoutis

Τέλος πάντων συντοπίτισσα, που καλωσήρθες και στην κεφαλή μας απάνω, και μην το πάρεις στραβά, δε θα έμπαινα στον κόπο να γράψω όλο αυτό το κανονιστικό στριφνό μακρυνάρι αν δεν ήμουνα σίγουρος για όσα γράφω παραπάνω κι αν δεν το θεωρούσα σημαντικό να τα γράψω. Μοιραζόμαστε την αγάπη για την γλώσσα, αυτό φτάνει.

#11
xalikoutis

Λοιπόν, επανέρχομαι γιατί είναι σημαντικό. Το λήμμα είναι 100% διάλε τσ' απολυμάρους σου και είμαι σχεδόν σίγουρος ότι δεν συναντάται φράση απολυμάνους ή απολυμένους σου κλπ. Όμως μάλλον είναι σωστό να γράφεται με -υ- επειδή παίζει να προέρχεται όντως από το απόλλυμι. Όλ' αυτά εδώ. Του Ξανθινάκη επειδή το έχουν βγάλει οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης το κοιτάζω και το αναφέρω που και που αν και στα δύσκολα συνήθως κάνει λάθος και έχω πολλές διαφωνίες (το έχω γράψει και σε λήμματα στο σλανγκ) - βλ. πχ μπουζάζω / μπουζιάζω, σχόλια).

#12
barbarosa

@Δονμήτσε (αν και αρχικά όπως έβλεπα το όνομα νόμιζα ότι ήταν σκωπτικό για το Δομ(η)νίκος και διάβαζα Δομνήτσος :-)), σίγουρα τα αισθήματα του γέρου προς τη νύφη του - άραγε τη φώναζε ο Μπαρμπαρόσας, όπως ο καπετάν φασαρίας δεν έχει θηλυκό;- ο,τι και να' τανε ήταν οπωσδήποτε δυνατά που δεν του περνούσαν απαρατήρητα! Ταπεραμεντόζα η νύφη! Και η Βολκάνα, η αδερφή του Σκρούτζ δια χειρός Ντον Ρόσα, έτσι κι αυτή, φωτιά και λάβρα!...
@χαλικούτη έτσι είναι, η αγάπη μας για τη γλώσσα μας κάνει να την ψάχνουμε, πάνω απ'όλα και πρώτα απ'όλα μέσα μας, ως παραγωγοί της. Το ονλάιν δε συγκρίνεται ως προς την αξιοπιστία του τυπωμένου λεξικού, αλλά πάντα είναι πιο μπροστά διότι είναι στα τρέχοντα και επεκτείνεται συνεχώς. Ευχαριστώ για το καλωσόρισμα και θα προσπαθήσω να ανταποκριθώ με περαιτέρω λήμματα ελπίζω επάξια, που με δεχτήκατε στην παρέα σας.

#13
xalikoutis

Πάντως, και μετά από όλα αυτά που είπαμε πιο πάνω, και θυμηθήκαμε και διαβάσαμε, μου φαίνεται ότι υπάρχουν τα:

  • "διάλε τσ' απολυμάρους σου" που μάλλον σημαίνει "διάλε τσ' αποθαμένους", τους προγόνους σου.
  • "διάλε τσ' απολυμάρες σου". Το λινκ που έδωσα πιο πάνω δεν το συζητά, αλλά το έχω ακούσει και προφανώς το έχει ακούσει και η μπαρμπαρόσα, έτσι ή ως απολυμάνες. Θα μπορούσε να σημαίνει "ανάθεμα στις τελευταίες στιγμές σου", να κακοθανατίσεις, όπου απολυμάρες = το ψυχομάχισμα. Για σωματικές καταστάσεις χρησιμοποιούμε και στην Κρήτη το -άρες, λέμε λιγωμάρες τη ναυτία, την τάση για εμετό ή λιποθυμία (για σωματικούς αλλά και ψυχολογικούς λόγους, πχ λιγώνομαι από επιθυμία).
#14
donmhtsos

Δεν της το έλεγε "κατά πρόσωπο", αλλά την αποκαλούσε η "Βαρβαρόσα" όταν μίλαγε με τους φίλους του.