Πετάω χαρταετό = σφυρίζω αδιάφορα = δεν βλέπω ή κάνω πως δεν βλέπω τι συμβαίνει γύρω μου.
Ο πατέρας του τού 'λεγε, τού 'λεγε μπας και μπει καμιά στάλα μυαλό στο κεφάλι του, αλλά αυτός ... όλο και ψηλότερα τον χαρταετό του.
Πετάω χαρταετό = σφυρίζω αδιάφορα = δεν βλέπω ή κάνω πως δεν βλέπω τι συμβαίνει γύρω μου.
Ο πατέρας του τού 'λεγε, τού 'λεγε μπας και μπει καμιά στάλα μυαλό στο κεφάλι του, αλλά αυτός ... όλο και ψηλότερα τον χαρταετό του.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
0 comments