Το μαρκούτσι είναι και Επαγγελματική αργκό, όπου προσδιορίζει σωλήνα ή σωληνάκι υψηλής πιέσεως για οποιαδήποτε μηχανή. Τα σωληνάκια π.χ. για τα υγρά φρένων στο αυτοκίνητο, λέγονται μαρκούτσια.
Συνεπώς, δεν είναι ακριβώς το ρύγχος αλλά όλο η σωλήνα.
Ψηφίζω emkrit
marpuç είναι όντως, στα τουρκικά, το ρύγχος του ναργιλέ, και μαρκούτσι το λέμε κι εμείς όταν πρόκειται για ναργιλέ, κι έτσι πέρασε, με k και στα αλβανικά. Προέρχεται από το παλαιοπερσικό nargul που σημαίνει 'κοίλος, σωλήνας' και πιθανότατα σχετίζεται ετυμολογικά με το nargile. Βέβαια και στα τούρκικα, στο marpuç περιλαμβάνεται κατά συνεκδοχή και ο σωλήνας που πάει στον ναργιλέ. Η μεταβολή του p σε k μπορεί να οφείλεται είτε σε ακουστικό λάθος, διότι η λέξη μεταφερόμενη από γλώσσα σε γλώσσα έχασε την ετυμολογική της συνάφεια είτε για να μην 'ενοχλεί' από σχεδόν ομόηχη ελληνική λέξη. Το αστείο είναι ότι κατέληξε να σημαίνει και αυτό. Η αρχική χρήση της λέξης ατα ελληνικά, πέραν του ναργιλέ, ήταν 'πέος' και μετά απέκτησε όλες τις άλλες σημασίες που είναι πια τεχνική jargon (professional jargon)
3 comments
Desperado
Το μαρκούτσι είναι και Επαγγελματική αργκό, όπου προσδιορίζει σωλήνα ή σωληνάκι υψηλής πιέσεως για οποιαδήποτε μηχανή. Τα σωληνάκια π.χ. για τα υγρά φρένων στο αυτοκίνητο, λέγονται μαρκούτσια.
Συνεπώς, δεν είναι ακριβώς το ρύγχος αλλά όλο η σωλήνα.
Μιτζνούρ
Ψηφίζω emkrit marpuç είναι όντως, στα τουρκικά, το ρύγχος του ναργιλέ, και μαρκούτσι το λέμε κι εμείς όταν πρόκειται για ναργιλέ, κι έτσι πέρασε, με k και στα αλβανικά. Προέρχεται από το παλαιοπερσικό nargul που σημαίνει 'κοίλος, σωλήνας' και πιθανότατα σχετίζεται ετυμολογικά με το nargile. Βέβαια και στα τούρκικα, στο marpuç περιλαμβάνεται κατά συνεκδοχή και ο σωλήνας που πάει στον ναργιλέ. Η μεταβολή του p σε k μπορεί να οφείλεται είτε σε ακουστικό λάθος, διότι η λέξη μεταφερόμενη από γλώσσα σε γλώσσα έχασε την ετυμολογική της συνάφεια είτε για να μην 'ενοχλεί' από σχεδόν ομόηχη ελληνική λέξη. Το αστείο είναι ότι κατέληξε να σημαίνει και αυτό. Η αρχική χρήση της λέξης ατα ελληνικά, πέραν του ναργιλέ, ήταν 'πέος' και μετά απέκτησε όλες τις άλλες σημασίες που είναι πια τεχνική jargon (professional jargon)
aias.ath
Οἱ Καλύμνιοι σφουγγαράδες ὡνόμαζαν τὸν σωλῆνα ποὺ τοὺς ἔδινε ἀέρα ἀπὸ τὸ κομπρεσσέρ μαρκοῦτσο. Τὸ -τσο προφέρεται πολὺ ἰδιόρρυθμα ἀπὸ τοὺς Καλυμνίους ὡς πολὺ λεπτό, κάτι σὰν ἀντίθετο τοῦ -tscho.