Χρησιμοποιήθηκε ευρέως από παρέα φοιτητών στην Πάτρα. Σε καμένες περιόδους.

  1. Τίμιος Κύπριος, από το Αγρίνιο.
  2. Τίμιος ο ξάδερφος, του πήραν το αμάξι (τίμιο parking) και πήγε για απόδραση (τίμια απόδραση).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Paparas

Χμμμ δε λεει τιποτα οπως για το τι σημαινει και που χρησιμοποιειται... μηπως σημαινει το ακριβως αντιθετο (ατιμος);

#2
jesus

Δεν σημαίνει κ πολλά, είναι από τις κλασσικές λέξεις που σου κολλάνε, τις χρησιμοποιείς κατά κόρρον μία περίοδο όπου βρεις, κ μετά ησυχάζεις. Έμπαινε σε προτάσεις τύπου:
-Πήγαμε για μια τίμια κρέπα στο Γαμίκο (Amico, επικό κρεπατζίδικο Πάτρας) κ μετά αράξαμε τίμια στον Κουλό (ή Μάκη του '68) για ούζα.
Η μεν κρέπα απ' το Γαμίκο χαρακτηρίζεται εύκολα κτηνωδία, οπότε το όποιο επίθετο αποκτά νόημα, αλλά η δεύτερη χρήση δεν σημαίνει κάτι ιδιαίτερο.
Ακόμη, για πρόσωπα:
-Της την έπεσε στα ίσα ο τίμιος, αλλά έφαγε (τιμια/σωστή) χυλόπιτα.

#3
HODJAS

Νομίζω μια δόση στα 80'ς (επί δραχμών), τίμια έλεγαν και τα χιλιάρικα π.χ. «έδωσα πενήντα τίμια και πήρα αυτή τη μπακατέλα» (μοτοσακό).