Όρος που χαρακτηρίζει αδελφούλες, ξαδελφούλες και άλλες συγγενείς (πάντα γυναίκες).
- Είχα πάει στο πάρτι της Μαρίας και είχε καλεσμένες όλες τις φούλες της. Μου πετάχτηκε το μάτι σου λέω!
Όρος που χαρακτηρίζει αδελφούλες, ξαδελφούλες και άλλες συγγενείς (πάντα γυναίκες).
- Είχα πάει στο πάρτι της Μαρίας και είχε καλεσμένες όλες τις φούλες της. Μου πετάχτηκε το μάτι σου λέω!
Got a better definition? Add it!
3 comments
linc751979
ο ορισμός αυτός έχει ανέβει στις 21/07/07 απο τον ironick
πριν ανεβάζεις κάτι κάνε ενα search στον ορισμό.
το ζητούμενο είναι να εμπλουτιστεί το περιεχόμενο του site και οχι να ανεβάσουμε τα στατιστικά μας.
Paparas
θα διαφωνήσω. Άλλο του φούλα=λούγκρα και άλλο το φούλα=αδελφή-ξαδέλφη
Cunning Linguist
Έχει δίκιο ο Paparas.