Πονηρός, πονηρή σουπιά.

Βρε μπαγάσα, έχεις κι άλλη γκόμενα και μου το έκρυβες; Δεν φοβάσαι μην το μάθει η Σούλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
deinosavros

Προφ από το ιταλ. bagascia = πόρνη.

#2
soulto

Μπαγάσας