Ωραίος, καλός (στα καλιαρντά). Επίσης: λατσολίθαρο = διαμάντι, λατσαβέλω = καλωσορίζω.
- Λατσό το γαργαρότεκνο! (=καλός ο ναύτης)
Got a better definition? Add it!
Published 2008-03-09 12:55:27+00:00 Last modified 2008-03-12 08:46:53+00:00
poniroskylo
2009-03-08 23:01:12+00:00
Από τα Ρομανί, τη γλώσσα των τσιγγάνων, όπου επίσης σημαίνει όμορφος, καλός.
Paparas
2009-03-09 00:14:03+00:00
Σωστος! ετσι λεει και ο Πετροπουλος
βεβαια οταν εγραψα το λημμα δεν ειχα το λεξικο. Το λατσο- αποτελει στοιχειο και πολλων αλλων συνθετικων λεξεων (οι οποιες επονται!)
aias.ath
2009-10-05 22:29:29+00:00
Συνώνυμον τὸ μπούκουρος, ἀπὸ τὰ ἀρβανίτικα, ποὺ σημαίνει ἐπίσης ὡραῖος. Μερικὰ παράγωγα: Λατσοσύνη=ὀμορφιά, καλωσύνη λατσοτέμπα=καλοκαῖρι λατσοφουρτούνας=τυχερός (fortuna=τύχη) Φράσεις: Λατσάβελες!=καλῶς ὥρισες Στὸ λατσοδίκελμα=στὸ ἐπανειδεῖν (δικέλω=βλέπω)
HODJAS
2009-12-10 12:36:12+00:00
Κωλατσό = καλλίπυγος
2009-12-10 13:20:12+00:00
Μήπως και κωλατσός;
Κωλατσό(ς) = καλλίπυγος = εύκωλος (με ωμέγα);
Λύο ακούει;
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
5 comments
poniroskylo
Από τα Ρομανί, τη γλώσσα των τσιγγάνων, όπου επίσης σημαίνει όμορφος, καλός.
Paparas
Σωστος! ετσι λεει και ο Πετροπουλος
βεβαια οταν εγραψα το λημμα δεν ειχα το λεξικο. Το λατσο- αποτελει στοιχειο και πολλων αλλων συνθετικων λεξεων (οι οποιες επονται!)
aias.ath
Συνώνυμον τὸ μπούκουρος, ἀπὸ τὰ ἀρβανίτικα, ποὺ σημαίνει ἐπίσης ὡραῖος.
Μερικὰ παράγωγα: Λατσοσύνη=ὀμορφιά, καλωσύνη
λατσοτέμπα=καλοκαῖρι
λατσοφουρτούνας=τυχερός (fortuna=τύχη)
Φράσεις: Λατσάβελες!=καλῶς ὥρισες
Στὸ λατσοδίκελμα=στὸ ἐπανειδεῖν (δικέλω=βλέπω)
HODJAS
Κωλατσό = καλλίπυγος
poniroskylo
Μήπως και κωλατσός;
Κωλατσό(ς) = καλλίπυγος = εύκωλος (με ωμέγα);
Λύο ακούει;