Κρυώνω.
Ρε σεις δεν πάμε να κάτσουμε μέσα, την έχω δαγκώσει εδώ έξω!
Κρυώνω.
Ρε σεις δεν πάμε να κάτσουμε μέσα, την έχω δαγκώσει εδώ έξω!
Κι άλλα για πολύ κρύο: γίνομαι αρχαίος, δάγκωσα τ' αρχίδια μου, δάγκωσα το καβλί μου, κάνει κρύο, καιρός για τρίο, Λος Ψόφος, μπιλοζίρια, ξυλιάζω, πουτσόκρυο, τα αρχίδια μου έχουν γίνει φακές, τουρτουρίζω, τσάφι, τσόκρυο, ψόφος, ψωλόκρυο.
Got a better definition? Add it!
9 comments
Galinho
re manges apo pou vgainei omos?pos xekinise dld?
jesus
κανονικά είναι έχω δαγκώσει το πουλί/το μπούτσο/ τη μπούτσα.
η εξήγησις έγκειται στην συρρίκνωση του ανδρικού μορίου λόγω του πολικού/ψωλικού ψύχους.
τσήαρς
Επισκέπτης
Απ ότο ξέρω, σημαίνει οτι απο το πολύ κρύο έχω πάρει εμβρυακή στάση και είμαι σε θέση να δαγκώσω το καβλί μου (έτσι μου είπαν, έτσι σας λέω)
poniroskylo
Κι εγώ όπως το λέει ο Επισκέπτης το ξέρω.
jesus
πάσο
vikar
Εγώ πάλι άκουσα άλλη εκδοχή. Η έκφραση λέει ήταν αρχικά το δαγκώνω, οπου η αντωνυμία αναφέρεται στο κρύο, με την έννοια οτι «κάνει τόσο κρύο που έχει παγώσει ο αέρας» ας πούμε. Καθότι όμως η αντωνυμία ασαφής και η νεολαία πορνόμυαλη, η φράση παρετυμολογήθηκε.
Λέει ομως κανείς οτι θά'πρεπε να'χουμε ξυράφι του Όκαμ και στην λατρευτή τέχνη της ετυμολογίας;... Γιατι η εκδοχή του Επισκέπτη πολύ μ'άρεσε.
jesus
τι εστί όκαμ κ το ξυράφι αυτού;;
vikar
Όκαμ ήταν ένας τύπος που του άρεσε να ξυρίζεται με το πιό φτηνό ξυράφι κάθε φορά. (μ'έχει πιάσ'η βλακεία μου σήμερα, μή μασάτε...)
protnet
Η εκδοχή του επισκέπτη είναι η απλούστερη, με Όκαμ ή χωρίς. Όταν κρυώνουμε, μαζευόμαστε, σκύβουμε, καμπουριάζουμε, και αν το πάμε στα άκρα, θα φτάσει στο τέλος το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια μας. Αυτή είναι η προέλευση της φράσης.