Ο κλανιάρης, εκείνος που διαρκώς κλάνει δημοσίως (είτε κρυφά είτε επιδεικτικά), εκ του ρήματος πέρδομαι.

- Πω πω βρώμα, την αμόλησε πάλι ο πέρδικας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Hank

Η λέξη «πέρδικα» ετυμολογείται από το ρήμα «πέρδομαι»!!!
Ναι! Είναι και τα δύο αρχαίες λέξεις από ρίζα «περδ-» βλ. και αγγλικά «fart» με δάσυνση, κι η πέρδικα πιθανώς ονομάστηκε έτσι από τον ήχο των φτερών της!

Οπότε «καλώστηνα την πέρδικα» σημαίνει καλώς τον κλανιάρη!

#2
allivegp

Δλδ από κει βγαίνει και ο στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου, Περδίκας;