Κυριολεκτικά σημαίνει ότι θέλω απεγνωσμένα να πάω στην τουαλέτα και να κάνω το χοντρό μου. Μεταφορικά σημαίνει ότι έχω ανησυχία, ανυπομονησία, βιασύνη, αγωνία για κάτι.
Συνώνυμα: κωλοπιλάλα, κωλοσφιξούρα.
- Ωχ μαλάκα μ' έχει πιάσει κόψιμο και δεν κρατιέμαι! Σταμάτα όπου βρεις να πάω στα χωράφια και να ρίξω ένα ποιμενικό!
- Με ρώταγε ο Τάσος πότε θα συναντηθούμε, να του δείξεις και πώς δουλεύει το Cubase...
- Μπα, τι λες, τόσα χρόνια μας γράφει και τώρα που έχει ανάγκη τον έπιασε κόψιμο να μας δει;
5 comments
vikar
Το κόψιμο, κυριολεκτικά, είναι ο πονόκοιλος λόγω επαπειλούσης διαρροίας.
poniroskylo
Το ποιμενικό ακούγεται ωραίο. Μήπως πρέπει να το ανεβάσετε;
Cunning Linguist
Έμπνευση της στιγμής ήταν το ποιμενικό! :)
Πώς λέμε "Ποιμενική" την Έκτη Συμφωνία του Μπετόβεν; Κάπως έτσι! :ΡΡ
jesus
θέλω να σε δω να αφιερώνεις κ το ηρωϊκό στον Ναπολέοντα:Ρ
anchelito
οι πιο προχωρημένοι το επενδύουν μουσικά με το run to the hills των Iron Maiden και κατ επέκταση χρησιμοποιούν τον τίτλο του τραγουδιού ευφημιστικά.
ο όρος χρησιμοποιήται στον στρατό σε περίοδο ασκήσεων ή σε μεγάλα εργοτάξια.