Η λέξη αποτελεί την φωνητική απόδοση του αντίστοιχου αγγλικού όρου, που με τη σειρά του προέρχεται από τα αρχικά του όρου πέρσοναλ κομπιούτερ.

Η τακτική γραφής των αγγλικών με ελληνικούς χαρακτήρες, απάντηση στην ακαλαισθησία του ακατανόητου φαινομένου των γκρήκλις, δεν αρκεί, βεβαίως, για να αποδώσει στη λέξη πισί στάτους αργκό.

Αντιθέτως, το γεγονός ότι η εξάπλωση των πισί (που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μονοπωλιακού κολοσσού κτλ, μη με πιάσουν πάλι τα κομμουνιστικά μου) είχε ως αποτέλεσμα η λέξη αυτή να έχει και παραθετικά, δίκην επιθέτου, γεννά την ανάγκη σχετικού λήμματος.

Πισί-πίσος-πίσουλας, λοιπόν, και αίφνης η λέξη μπαίνει στο κλαμπ των ουσιαστικών με συγκριτικό και υπερθετικό βαθμό. Άξιο παρατήρησης είναι το φαινόμενο αλλαγής γένους κατά την εν λόγω διαδικασία.

Χρησιμοποιούνται μετά από κάθε γεύμα.

- Μπράβο ρε μάνα, ζωγράφισε το ροζμπίφ. (γυρνώντας στον φίλο του Νώντα που έχει έρθει για μεσημεριανό:) Χάλασε ο πίσος, ρε πούστη, και πρέπει να τον πάω για φτιάξιμο... Πρέπει να είναι η μάδερμπορντ.
(Νώντας, με έκπληξη μπροστά στον επικείμενο χρηματικό πέοντα:)
- Μάδερφάααακερ!!

(από Khan, 04/04/14)

Δες και μάκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Και ο πίσουλας ζωγράφισε. Ολ δε μάνεϊ. :)