Σεξουαλική επαφή, περίπτυξη σε συνουσία.
Αυτή η γκόμενα κουτουπώθηκε με αυτόν τον τύπο.
Πήγαν σπίτι μαζί και κουτουπωθήκανε.
Την κουτούπωσε και μετά την παράτησε/πέταξε σα στιμμένη λεμονόκουπα.
Got a better definition? Add it!
Published 2008-07-09 22:01:04+00:00 Last modified 2008-09-20 13:34:33+00:00
dimdox87
2008-07-09 22:06:52+00:00
ισωσ γραφεται « κουτουπωμα»
jesus
2008-07-09 23:35:34+00:00
ίσως κ συνουσία ίσως κ ίσως;) υπάρχει λεξικό στον μοτζίλα ρε σύντροφοι
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
2 comments
dimdox87
ισωσ γραφεται « κουτουπωμα»
jesus
ίσως κ συνουσία
ίσως κ ίσως;)
υπάρχει λεξικό στον μοτζίλα ρε σύντροφοι