Ο καρμιράκος, κακομοίρης, άτυχος, που ό,τι και να γίνει όλα θα του πάνε στραβά, που πρέπει να καταβάλλει τη μέγιστη προσπάθεια ακόμα και για τα πιο ασήμαντα και μικρά πράγματα.
- Πλημμύρισε το σπίτι του και δεν είχε τίποτα να βγάλει τα νερά παρά μόνο κουτάλια ο ταλαίπωρος...
5 comments
patsis
Χμμμ... Θα συμφωνήσω στην σλανγκική της αξία κατ’ αρχήν σε μία χρήση της που την έχω ακούσει αυτοπροσώπως: ανάμεσα σε χυδαίες βρισιές από τις οποίες αντλεί ακραίως υποτιμητικό χαρακτήρα αλλά και ξεχωρίζει ως δόκιμη.
Π.χ. (και με το συμπάθειο): Τι είπες ρε τσογλάνι; Έλα ’δω να μου το πεις αυτό! Αρχίδι, γαμημένε, πουστάρα, ταλαίπωρε, καραγκιόζη...
Είναι κάτι σαν την χυδαία/υβριστική χρήση της δοκιμότατης λέξης πέος: Θα φάμε ένα πέος στις εξετάσεις που θά ’ναι όλο δικό μας...
xalikoutis
δεν ξέρω για το ταλαίπωρος, πάντως τριτοδεσμίτικη «σλανγκ» ήταν το «τάλας»... τι λε ρε τάλα!...
patsis
Επ! Της θεωρητικής είμαι κι εγώ αλλά το τάλας δεν το ξέρω. Τι σημαίνει;
xalikoutis
Ταλαίπωρος...
jesus
πανελλαδικό κ πανελλήνιο κάψιμο το τάλας, απ' ό,τι φαίνεται.