Αυτός που κρατάει το λόγο του, που πραγματοποιεί τις υποσχέσεις του, έτσι ώστε να μπορεί κανείς να του έχει εμπιστοσύνη. Λέξη αλβανικής προελεύσεως (besa) που υιοθετήθηκε αυτούσια στα ελληνικά.

Μην τον φοβάσαι τον Γιώργο, είναι μεν ιδιόρρυθμος, αλλά και μπεσαλής, δεν υπάρχει περίπτωση να σου την κάνει.

(από Khan, 20/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Αλήθεια ένας τύπος ψαρόσουπας που λέγεται μπουγιαμπέσα έχει καμιά σχέση με τη λέξη besa;

#2
iron

όχι, προέρχεται από την γαλλική λέξη bouillabaisse που σημαίνει κακαβιά, σπεσιαλιτέ της Μασσαλίας, αν δεν κάνω λάθος, -ευχαριστώ όμως, όχι, δεν θα πάρω, στην Γαλλία δυστυχώς οι δηλητηριάσεις πέφτουν σύννεφο!

#3
iron

εκτός αν το γνωρίζεις και κάνεις πλάκα, τώρα το σκέφτηκα...

#4
GATZMAN

Μπέσα...Δεν το γνώριζα

#5
anchelito

Αν θυμάμαι καλά μπέσα είναι ή σχέση εκείνη όπου ένα άτομο Α μπαίνει υπό την προστασία της φάρας (άλλη ωραία γκέγκικη λέξη) του ατόμου Β.

Αλίμονο στον παροχέα μπέσας που δεν θα τηρήσει τον λόγο του, δεν θα είναι δηλαδή μπεσαλής!

#6
Επισκέπτης

Είναι από τις λέξεις με ωραία ιστορία. Δεν είναι ακριβώς αλβανικής προέλευσης: η μπέσα είναι αλβανική λέξη, η κατάληξη -λής (=αυτός που έχει...) προέρχεται από τα τούρκικα, και ο συνδυασμός των δύο έχει γίνει μόνο στα ελληνικά.

Αλλά δεν είναι σλανγκ ρε παιδιά!

#7
Επισκέπτης

μπέσα σε όλες τις αλβανικές διαλέκτους σημαίνει πίστη, εμπιστοσύνη

#8
spapakons

Έστε μάγκας, έστε μπεσαλής
α λε Βοτανικό, ο πιο νταής

Από την «μάγκικη» (ψευτογαλλική) έκδοση του Εντελαμαγκέ

#9
Khan

Ζαγωραίος!