Αυτός που μετράει, συνήθως άσχημα, που κωλολέει, που δεν παίρνει χαμπάρι μία.
Χρησιμοποιείται για να υπογραμμίσει την αρτιότητα, την αξία, το μέγεθος της εγγύησης που αποτελεί κάποιος ή κάτι.
Ψηλλλέ τσίμπησα μια οθόνη, πολλλή ζόρικη σε λλλέω. Τρακόσα εκατομμύρια χρώματα, 85 ίντσες και δε συμμαζεύεται...
Άσε τον Τάκη πάνω μου. Είναι ζόρικος ο Τάκης, θα του εξηγήσω και θα καταλάβει...
0 comments