Πρόσωπο, ζώο ή πράγμα που αποδεικνύεται εκ των υστέρων αναξιόπιστο, αναληθές, ψεύτικο και κατώτερο των αρχικών προσδοκιών.
Ρε φιλαράκι, που με έστειλες; Πολύ σότο η ταινία ρε.
Ρε φιλαράκι, που τον έστειλες; Πολύ μεγάλο σότο το γκομενάκι. Σωστό μουστάκι.
Πω πω ρε ψηλέ, τι σότο είναι αυτός ο παίχτης που πήραμε;
4 comments
acg
Απο που βγαινει αρχηγε;
fikioris
Αμιγώς ιπποδρομιακός όρος, ο οποίος εχρησιμοποιείτο κατα κόρον στα τέλη της δεκαετίας του '70 και είχε ως σκοπό την εκούσια παραπληροφόρηση των παικτών, άλλως των αλογομούρηδων.
poniroskylo
Ίσως με αρχική προέλευση από το Ιταλικό sotto = κάτω, υπό.
poniroskylo
Υπήρχε και αυτό: σώτα. Δεν το είδαμε.