Μάγκικος τρόπος για να πούμε οτι κάτι είναι γεμάτο, στα όρια του κορεσμού, ή υπάρχει σε πολύ μεγάλες ποσότητες. Ταυτόσημες λέξεις για τους «πολλά βαρύ και όχι» φίλους μας είναι τίγκα και μπίμπα.
(Greek καμάκι σε τουρίστρια)
- Αϊ λάβ γιού κάργα, ντού γιού λάβ μί καμπόσο;
- Excuse me;
- Τι εξκιούζ και ξεσκιούζ μωρή χαμούρα;(Μεταξύ νταλικέρηδων)
- Τι έμαθα ρε Μήτσο; Τράκαρες με το Σκάνια;
- Άστα ρε φίλε... ερχόμασταν πατημένοι απο Μαλακάσα, γλίστραγε ο δρόμος, ήμασταν και φορτωμένοι κάργα και διπλαρώσαμε σε στροφή.(Σε ύποπτο μπαράκι)
- Τι είναι εδώ που μας έφερες ρε μαλάκα;
- Γιατί ρε παιδιά, τι έχει;
- Τι γιατί ρε; Κάργα στους πούστηδες είναι εδώ μέσα!
1 comment
spapakons
Στα αγγλικά (και αλλές γλώσσες) cargo είναι το φορτίο, οπότε το «κάργα» σημαίνει «πολλά φορτία» (εξελληνισμένος πληθυντικός του κάργκο), και άρα «φωρτωμένο», «γεμάτο».
Επίσης σημαίνει πάρα πολύ, υπερβολικά:
- Σε γουστάρω κάργα (μέχρι τα μπούνια).