Κατάσταση στην οποία επιτυγχάνεται τρελό κέφι. Το τζέρτζελο, πανικός.

Έχασες ρε Κώτσο που δεν ήρθες στο πάρτυ, περάσαμε γαμάτα, έγινε το χάι χου. Το κάψαμε.

Χάι Χο - το τραγούδι των 7 νάνων σε ελληνική έκδοση (από poniroskylo, 17/12/08)

Βλ. και σχετικά λήμματα τζερτζελές, o, χαμός, χαβαλές, χαβαλέ, χουλιαμάς και χουχλιαμάς, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified