Κάποιος που είναι αρκετά φερέγγυος, δηλαδή με υπευθυνότητα, μακροπρόθεσμη προοπτική κτλ, ώστε να θεωρεί μια γυναίκα ότι αξίζει να μείνει έγκυος μαζί του. Πολλές φορές αυτή η φερεγγυότητα μεταφράζεται απλώς σε λεφτά αισθήματα.

Ο όρος καθιέρωθηκε από το άσμα του Λευτέρη Πανταζή/ Λε-Πα «Μείνε μαζί μου έγκυος, είμαι πολύ φερέγγυος!». Έκτοτε έχει επέλθει ορθογραφική σύγχυση ή μετατόπιση στην λέξη «φερέγγυος» και γράφεται με -γκ, αντί -γγ, ως «φερέγκυος», για να δηλώνει τον άξιο για γκάστρωμα.

Αντώνυμο: «Κάνε μαζί μου έκτρωση, έχω γιατρό με έκπτωση»

Συνώνυμο: μουνόδουλος (με λεπτή εννοιολογική διαφορά)

- Τι γίνεται με την Μπέτυ; Πάλι έγκυος! Τρία παιδιά έχει με τον Αριστοτέλη και πάει για το τέταρτο, σε πέντε χρόνια γάμου.
- Εμ, κοίτα, πώς όχι; Αφού το ξέρεις ότι ο Αριστοτέλης είναι πολύ φερέγκυος!
- Είναι δηλαδή τόσο υπεύθυνος;
- Κι έχει λεφτά αισθήματα!
- Α, κατάλαβα! Είναι πολλά τα λεφτά Άρη!

(από Khan, 20/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

Καπάκι στο:
-Μείνε μαζί μου έγκυος, είμαι πολύ φερέγγυος!
-Είστε πολύ κύριος, μα μου ήρθε κλιμακτήριος

#2
Hank

Kαλόοοο!

#3
Khan

Παρεμπίπταμπλυ, ως φερέγγυοι αποδίδονται στα ελληνικά οι Promise Keepers ένα αμερικλάνικο στρεϊτάδικο κίνημα ήπιας πατριαρχίας που έχει προκαλέσει ξινίλα στις αμερικανές φεμινίστριες. Ένας από τους βασικούς άξονες φερεγγυότητάς τους είναι και η φερεγκυότητα.

#4
jesus

για το αντώνυμο με την έκτρωση, υφίσταται κ το δίπολο
«περπατώ κ σε σκέφτομαι vs οδηγώ κ στ' αρχίδια μου»

#5
MXΣ

«Πίτσος Εμπιστοσύνη» - «Πούτσος Εγκυμοσύνη»
(παλαιόθεν...)