Η πουτάνα κλίνεται και ως δευτερόκλιτο αρσενικό (είναι μια πουτάνα αυτή!), κατά σλανγκική άδεια. Ίσως για να δώσει μεγαλοπρέπεια, αίγλη, ίσως για να μοιάσει με το κόμματος. Επίσης, πιθανολογώ ότι μπορεί να έγινε πρώτα η μετάβαση στο δευτερόκλιτο ουδέτερο σε β' συνθετικά, λ.χ. κοντοπούτανο, κι από κει για να ξεπεραστεί η μιζέρια του ουδετέρου να έγινε αρσενικό «πούτανος».

Έχει μερικά παράγωγα, μεταξύ των οποίων ο κοντοπούτανος και ο e-πούτανος.

Και γαμώ τους πούτανους είναι αυτή η Τζέσικα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
vikar

Ωραίος. Θά 'λεγα οτι η αρσενικοποίηση τέτοιων ουσιαστικών εξυπηρετεί γενικά την έμφαση. Μπορείς πιχί ν' ακούσεις μούνος, βύζος (δέ μού 'ρχεται τίποτε λιγότερο χυδαίο για την ώρα --έμ, πρωί πρωί τί περίμενα κι' εγώ;...).

Το πούτανος λέγεται πάντως κλασικά και για άντρες, με την έννοια του πόρνου, του ακόλαστου.

#2
patsis

@vikar: Ναι στο τελευταίο που λες.