Αντιπαθητικός παππάς, συνήθως με μεγάλα γένεια
Ήταν ένας τραγόπαππας εκεί, δεν μας άφηνε να καπνίσουμε...
Αντιπαθητικός παππάς, συνήθως με μεγάλα γένεια
Ήταν ένας τραγόπαππας εκεί, δεν μας άφηνε να καπνίσουμε...
Got a better definition? Add it!
Υπερβολικά φιλάρεσκη και λίγο κακόγουστη και "φτηνιάρικη" γυναίκα.
Αυτή όλη μέρα ντύνεται και στολίζεται: Πολύ τζιτζού!
Got a better definition? Add it!