Αυτό/Αυτός/Αυτή που σε ξυπνάει το πρωί. Συνήθως πρόκειται για το ζωάκι σου που πεινάει.

-Ανέβηκε το καλημερόνι στο κρεββάτι, το 'χει κόψει η λόρδα φαίνεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που γκρινιάζει και παραπονιέται, που έχει παράλογες απαιτήσεις εξαιτίας της αγαμίας.

-Έλα νωρίς το πρωί να φτιάξουμε την παραγγελία της αγαμίδου, γιατί θα μας πρήξει τα αρχίδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε ένα μικρό αντικείμενο άνευ αξίας συνήθως.

-Έχεις κανά μικρό σακκουλάκι για να βάλω αυτά τα τσιτσίνια;

-έτσι και πέσει κάτω το τσιτσίνι άντε να το βρούμε μετά;

Got a better definition? Add it!

Published