Για άντρα ή γυναίκα που έχει ωραία φάτσα και είναι ιδιαιτέρα θελκτικός/ή

- Όπα ρε, φατσάρει η αδερφή του Μήτσου, το περίμενες;

- Άσε, ούτε εγώ

Got a better definition? Add it!

Published

Μια όχι ιδιαίτερα πολιτικά ορθή αναφορά για τους Άραβες, από το ρούχο κελεμπία. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για πιο κοσμικούς Άραβες που δεν φοράνε κελεμπία.

- (μεσημέρι Παρασκευής) Τον παίρνω τηλέφωνο τον κελέπη και δεν το σηκώνει - Θα έχει πάει για προσευχή

Got a better definition? Add it!

Published