Όρος του Άρη Πορτοσάλτε για την εγκατάσταση αντίσκηνου κοντά στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη από τον απεργό πείνας Πάνο Ρούτσι, πατέρα θύματος στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών. Ο όρος χρησιμοποιείται για να στιγματίσει παρουσία ακτιβιστών σε δημόσιους χώρους. Κατά τον Νίκο Σαραντάκο, "η λέξη τσαντίρι είναι δάνειο από το τουρκικό çadιr, το οποίο με τη σειρά του παράγεται από το περσικό çādar/çādur, που σημαίνει αντίσκηνο αλλά και τέντα ή κουρτίνα. Ενδιαφέρον έχει ότι και το τσαντόρ, το φαρδύ ένδυμα που φορούν γυναίκες σε πολλές μουσουλμανικές χώρες, ετυμολογείται από την ίδια περσική λέξη". (Δες).

  1. Δεν πρέπει αυτόν τον χώρο να τον αφήσουμε να γίνει τσαντιροκατάσταση. (Άρης Πορτοσάλτε).
  2. Τι σημαίνει: Τσαντιροκατάσταση. Σύμφωνα με μια προβεβλημένη δημοσιογραφική μούρη που υμνολογεί επαγγελματικά την κυβέρνηση, το στέγαστρο που έστησε ο Πάνος Ρούτσι στο Σύνταγμα, για να προφυλαχθεί από τον ήλιο και να στεγάσει πρόχειρα τη λαχτάρα του για δικαιοσύνη και δικαίωση, απαιτώντας την εκταφή του παιδιού του, το φερέφωνο του Καθεστώτος το χαρακτήρισε «τσαντιροκατάσταση». «Γαρύφαλλο στ’ αυτί, στο στόμα το τσιγάρο / πού είναι το τσαντίρι σου, για να ’ρθω να σε πάρω», τραγουδούσε ο Μίμης Φωτόπουλος, στο «Γαρύφαλλο στ’ αυτί» των Σακελλάριου/Χατζιδάκι, από την ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο». Το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας λέει πως «τσαντίρι», από το τουρκικό «çadır», είναι το πρόχειρο κατάλυμα με τέντα στηριγμένη σε μεταλλικούς ιστούς, η σκηνή, το αντίσκηνο, αλλά και το προχειροφτιαγμένο φτωχόσπιτο. Το τσαντίρι είναι ίσως η αρχαιότερη μορφή πρόχειρης κατοικίας, εύκολη στη μεταφορά και την εγκατάσταση, που παρείχε στους ανθρώπους προστασία από τις καιρικές συνθήκες.Σε σκηνές ζούσαν οι αυτόχθονες Αμερικανοί, σε τσαντίρια κατοικούσαν πολλοί νομαδικοί λαοί, όπως οι Ρομά που περιφέρονταν από τόπο σε τόπο. Στην ταινία του Σακελλάριου, όπου ακούγεται το τραγούδι, το τσαντίρι εμμέσως πλην σαφώς παρουσιάζεται θετικά, καθώς είναι ο τόπος κατοικίας των εξιδανικευμένων Αθιγγανίδων που χορεύουν ξέγνοιαστα στην ελληνική ύπαιθρο στους ήχους της λατέρνας των Αυλωνίτη και Φωτόπουλου. «Πού είναι το τσαντίρι σου, για να ’ρθω να σε πάρω» αναρωτιέται ο Φωτόπουλος, κάνοντας τσαχπινιές με τις κοπελιές με τις κλαρωτές φούστες, τους κρίκους στ’ αυτιά και τα τσεμπέρια.Θετικό λοιπόν το πρόσημο του τσαντιριού στην ταινία, αλλά αρνητικό στην κοινωνία, καθώς «τσαντίρι» λέμε, μειωτικά, και κάθε κατάλυμα φτωχό, μικρό, βρόμικο, ή και τα τρία μαζί, φτιαγμένο πρόχειρα, εκ των ενόντων, με ό,τι έχει στη διάθεσή του ένας φτωχός άνθρωπος για να στεγαστούν προσωρινά αυτός και η οικογένειά του: μουσαμάδες, τενεκέδες, σανίδες, χαρτόκουτα, πλαστικά, ό,τι βρεθεί. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ένα τσαντίρι δεν ισοδυναμεί ποτέ με ένα αντίσκηνο, που μπορεί να είναι και μεγάλο, ακριβό και πολυτελές, που στήνεται από ευκατάστατους, «κανονικούς» ανθρώπους στις διακοπές τους, στο κάμπινγκ, στον ειδικό χώρο για να στηθεί μια σκηνή.Αναλόγως, το υποδεέστερο, ταπεινό τσαντίρι έχει κι αυτό τον δικό του χώρο. Για παράδειγμα, οι καταυλισμοί των Ρομά, στα όρια των πόλεων, σε ανοιχτές αλάνες υποβαθμισμένων περιοχών, θεωρούνται ως κατάλληλοι χώροι για τα τσαντίρια, όπως και οι προσφυγικοί καταυλισμοί – μην ξεχνάμε πως οι πρώτοι πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έμειναν στην αρχή σε άθλιες παράγκες και τσαντίρια. Και σίγουρα το Μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη δεν θεωρείται ο κατάλληλος χώρος για να στήσει κάποιος το τσαντίρι του. Σύμφωνα με μια προβεβλημένη δημοσιογραφική μούρη που υμνολογεί επαγγελματικά την κυβέρνηση, το στέγαστρο που έστησε ο Πάνος Ρούτσι στο Σύνταγμα για να προφυλαχθεί από τον ήλιο και να στεγάσει πρόχειρα τη λαχτάρα του για δικαιοσύνη και δικαίωση, απαιτώντας την εκταφή του παιδιού του, το φερέφωνο του Καθεστώτος το χαρακτήρισε «τσαντιροκατάσταση». Σύνθετος όρος, που συμπεριλαμβάνει τόσο την πρόχειρη στέγη όσο και την όλη κατάσταση συμπαράστασης στον Ρούτσι, από πολίτες που έρχονται όλες τις ώρες στο Σύνταγμα για να του πουν δυο κουβέντες και να σφίξουν το χέρι ενός πατέρα που μετά τον άδικο χαμό του γιου του δεν έχει τίποτα να χάσει και αγωνίζεται για το δίκιο και την ανθρωπιά, με το ύστατο όπλο που έχει, το σώμα του, που καταρρέει όσο περνούν οι μέρες. «Πού είναι το τσαντίρι σου, για να ’ρθω να σε πάρω» έλεγε το τραγούδι. Αν ήταν στο χέρι του εξαίρετου συναδέλφου, θα ερχόταν στο τσαντίρι του Ρούτσι για να τον πάρει από εκεί, αλλά με μπουλντόζα.(Εδώ).
  3. Αδιανόητη ασέβεια! «Τσαντίρι, κουρελαρία και σκουπιδαριό". Επανέλαβε, δηλαδή, την “τσαντιροκατάσταση” της μιντιακής “τσιρίδας” του ΣΚΑΙ, Α. Πορτοσάλτε.(Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Μειωτικός χαρακτηρισμός για τους οπαδούς του Free Palestine και άλλων απελευθερωτικών προταγμάτων.

Να πληρώσουν οι φρηφρήδες για την πτήση που τους έφερε από το Ισραήλ και όχι οι φορολογούμενοι!

Got a better definition? Add it!

Published

Ειρωνικός χαρακτηρισμός για αναρχικούς που δρουν οργανωμένα και με πειθαρχία που θυμίζει στρατιωτική μονάδα, σε πλήρη αντίθεση με την παραδοσιακή εικόνα του χαοτικού και ατομικιστή αναρχικού. Ο όρος συνδυάζει το «αναρχικός» με το «τσολιάς», υπονοώντας μια παράδοξη μίξη επαναστατικότητας και «στρατιωτικοφανούς» οργάνωσης, ενίοτε με δόσεις επίδειξης ματσίλας ή ντεμέκ commando στυλιζαρίσματος.

Συχνά αποδίδεται σε μέλη ομάδων όπως ο Ρουβίκωνας, οι οποίοι πραγματοποιούν εντυπωσιακές (αν και συμβολικές) παρεμβάσεις, φορώντας πανομοιότυπα ρούχα και κινούμενοι με τάξη και συντονισμό, που θα ζήλευε και λόχος πεζοναυτών.

Τους είδες τους Ρουβίκωνες χτες που μπουκάρανε στο υπουργείο; Πολύ αναρχοτσολιάδες ρε φίλε, σαν σε άγημα μπήκαν.

Got a better definition? Add it!

Published

Μια όχι ιδιαίτερα πολιτικά ορθή αναφορά για τους Άραβες, από το ρούχο κελεμπία. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για πιο κοσμικούς Άραβες που δεν φοράνε κελεμπία.

- (μεσημέρι Παρασκευής) Τον παίρνω τηλέφωνο τον κελέπη και δεν το σηκώνει - Θα έχει πάει για προσευχή

Got a better definition? Add it!

Published

τουρλουμπούκι = ασυναρτησία/ες

παράδειγμα: "όχι άλλο τουρλουμπούκι, γκώσαμε" (=χορτάσαμε ασυναρτησίες)

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτή η μπιτσικιά νομίζει ότι αν φοράει τζιν με σκισιματα και κάνει contouring, θα τραβήξει την προσοχή όλου του σχολείου.

Προέρχεται από συνδυασμό των λέξεων 'βασικιά' και 'μπιτς'(αγγλικά bitch). Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την κοπέλα που ντύνεται και συμπεριφέρεται όπως επιτάσσει η μάζα (basic), αλλά με πιο προκλητικό κάπως τρόπο (bitch) , ώστε να γίνεται το επίκεντρο της προσοχής.

Got a better definition? Add it!

Published

Υψηλή χαητζικαρία "βαρά" κάποιος όταν τον έχει πιάσει κάτι και λέει βλακείες και κάνει χαζά πράγματα. Πολλές φορές για την υψηλή χαητζικαρία ευθύνεται η κατανάλωση αλκοόλ.

-Θέλω να σοβατίσω τα δόντια μου, χαχαχα
-Ααα καλά, αυτός έχει βαρέσει χαητζικαρία 100.

Got a better definition? Add it!

Published

Έρχεται πάλι αυτός ο καβλιάγκουρας ! Θεέ μου τι θα ακούσουμε πάλι !

Επιθετικός προσδιορισμός σε άτομο αρσενικού φύλου που είναι συνέχεια σε οίστρο , αλλά είναι κακάσχημος και με άσεμνη συμπεριφορά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μην είσαι Παπαροβιόλης ! Αυτός που παίζει το πουλί του (παπάρι), σαν βιολί. Ο αδιάφορος για το ότι συμβαίνει δίπλα του. Ή αν θέλετε αυτός που λέει συνεχώς παπαριές. Λέξη η οποία χρησιμοποιείτε κατά κόρον από τον Καλλιτέχνη ή Πυρηνικό σε χωριό του Ν. Λασιθίου.

Got a better definition? Add it!

Published

Το σημείο όπου το δέρμα που εστιάζει και προφυλάσσει τους γενετήσιους αδένες ενώνεται.

- Τί τουρκόφατσα είναι αυτή ρε; Αν δε τρώει η κόρη σου το φαΐ δείξε της τον Μήτρογλου.

- θα δείξουμε τη δική σου, μιγάς δεν είσαι;

- Φίλα μου την αρχιδοραφή ρε πισωκώλη που θα με πεις μιγά!

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published