Ε... δεν χρειάζεται και εξήγηση...

Άντε από δω... τσιμπουκοπαρακαλιάρα!

Βλέπε και τσιμπουκοζητιάνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κορδέλα που φοράει στο μέτωπο της η γυναίκα που έχει πολλά μαλλιά και έτσι δεν την εμποδίζουν να απολαύσει το... τσιμπούκι της.

Εκείνη: Αγάπη μου; Μου πηγαίνει αυτό που φοράω στα μαλλιά σήμερα;
Εκείνος: Και γαμώ τις τσιμπουκοκορδέλες!

τσιμπούκια ο τίγρης... (από BuBis, 13/09/09)με σήμα την Paris... (από BuBis, 13/09/09)(από zio1, 16/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσόντα μικρού μήκους που συναντάται σε κινητά και στο ίντερνετ.

1) Έχεις κάνα καινούριο τσοντίλι στο κινητό σου να δούμε;

2) Να ανοίξω το κομπιούτερ σου να δω κάνα τσοντίλι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified