Βρέχει καταρρακτωδώς και εσύ περπατάς ακάθεκτος. Στο τέλος έχεις βραχεί τόσο πολύ που - εν μέσω σύγχυσης - δεν βρίσκεις άλλη λέξη να περιγράψει την υπερβολή.
Προέρχεται από τον συγκερασμό των λέξεων λούτσα και μούσκεμα.
Σκατοβροχή! Έγινα λούσκεμα...
Βρέχει καταρρακτωδώς και εσύ περπατάς ακάθεκτος. Στο τέλος έχεις βραχεί τόσο πολύ που - εν μέσω σύγχυσης - δεν βρίσκεις άλλη λέξη να περιγράψει την υπερβολή.
Προέρχεται από τον συγκερασμό των λέξεων λούτσα και μούσκεμα.
Σκατοβροχή! Έγινα λούσκεμα...
Got a better definition? Add it!
Ο άνθρωπος που είναι ξινός, άκεφος, μίζερος, μονίμως ξενερωμένος, δεν έχει όρεξη για χαβαλέ, ούτε σηκώνει αστεία και μονίμως γκρινίαζει και βαριέται οτιδήποτε κι αν προτείνει η παρέα/φίλος.
-Κανένα μαγαζί δεν σου άρεσε, ότι και να κάνουμε γκρινιάζεις, αλλά μια πρόταση από σένα δεν ακούσαμε. Πολύ περίεργος είσαι...
-Άστον μωρέ τον ξινίλα. Λεμόνι είναι. Πάμε εμείς για ποτό.
Got a better definition? Add it!