Μεγάλο φλιτζάνι, κούπα.

Θα νετάρεις με αυτόν τον καφέ σήμερα, που γιόμισες μια κίκαρη απάνου κι απάνου!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατσαρόλα.

Κατέβασε την πινιάτα και κάηκε το φαΐ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλαγιάζω, κοιμάμαι.

Πάω να πλαέσω γιατί εμεσανύχτιασε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι πολύ πικρό, πολύ αλμυρό...

Και πώς έκαμες το φαΐ διαλούπι;;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυρεύω, ψάχνω.

Πού γύριζες, μώρε νοικοκύρη, και σε χάλευα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified