Τρόπος σπρωξίματος μοτοσυκλέτας που έχει «μείνει» στο δρόμο για οποιοδήποτε λόγο (βλάβη, τέλειωσε η βενζίνη κλπ). Απαιτούνται: ένας ικανός οδηγός και μια άλλη μοτοσυκλέτα.
Το «ποδαράκι» στο κάνει κάποιος άλλος μηχανόβιος με τη μηχανή του, η οποία φυσικά πρέπει να δουλεύει κανονικά. Αυτός πατάει με το πόδι του πάνω στο μαρσπιέ του συνεπιβάτη της μηχανής που έχει κωλώσει και την σπρώχνει με τη δύναμη της δικής του. Ο οδηγός που κάνει το ποδαράκι πρέπει να είναι αρκετά ικανός, να ξέρει από ισορροπία και να ανοίγει το γκάζι όσο πρέπει, ούτε πολύ ούτε λίγο. Αντίθετα ο οδηγός της μηχανής που κώλωσε απλά κάθεται επάνω κύριος και απλά οδηγά σαν να μη τρέχει τίποτα. Το «ποδαράκι» είναι δηλ. μέθοδος ρυμούλκησης -αν και ρυμούλκηση σημαίνει ότι αυτός που βάζει την ωστική δύναμη είναι από μπροστά και «σέρνει», ενώ εδώ αυτός που βάζει τη δύναμη βρίσκεται στα πλάγια του ωθούμενου και ελαφρώς πίσω.
- Έμεινα προχτές από βενζίνη στις 3 τα ξημερώματα στην εθνική και ήρθε και με γύρισε ο Μήτσος ποδαράκι μέχρι το σπίτι.