Στην Ελληνοαμερικανική διάλεκτο το κοράκι αναφέρεται στο νόμισμα των 25 σεντς (quarter = 1/4 τού δολαρίου). Επειδή είναι σχετικά νόμισμα μικρής αξίας, πήρε μορφή στα Ελληνικά ως «κουωρτεράκι» και συντομεύθηκε ως «κοράκι».

Ρε Χρήστο, για δες αν σου περισσεύει κανένα κοράκι να το βάλω στο παρκόμετρο για να μη μας γράψουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για τον αντίπαλο πού επιφέρει συντριπτική ήττα λόγω απροσδόκητης κρυφής υπεροχής.

Όταν οι Πέρσες έκαναν εισβολή στην Ελλάδα, οι Αθηναίοι τους τον έπαιξαν στα δύο κωλομέρια πρώτα στον Μαραθώνα και αργότερα στην Σαλαμίνα.

(από guess, 24/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified