Το κλασσικό λάδι coppertone που σε μαυρίζει λες και είσαι χάλκινο ρομπότ που σκουριάζει.

Συνήθως το ακούς στην παραλία από Πακιστανούς με την χαρακτηριστική προφορά ή από οποιονδήποτε κάγκουρα που θέλει να το παίξει μούρη στο γκομενάκι.

Ρε συ βαράει ο ήλιος, δώσε μια το κοπερτόνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την χορδή και τον homo sapiens.

Ο κιθαρίστας, μπασίστας και γενικότερα έγχορδος οργανοπαίκτης που συνήθως ειναι καινούργιος με το όργανο και κοπανάει τις χορδές σαν να ήταν σάκος του μποξ. Το αποτέλεσμα είναι να βγαίνει από το όργανο βαβούρα που δεν μπορείς να την αντέξεις για πολλή ώρα...

– Χθες είδα τους Necrobutcher λάιβ.
– Α, ναι; Και πώς ήταν;
– Καλοί, αλλά αυτός ο κιθαρίστας πολύ χορδοσάπιεν ρε φίλε, μας έσπασε τα τύμπανα.

(από Khan, 06/09/11)(από Galadriel, 25/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified