λείξουρος ή λειξούρης, λειξουριά

Από το ρήμα λείχω=γλείφω. Χρησιμοποιείται στην Αναστασιά Σερρών. Σημαίνει άνθρωπος που του αρέσουν τα γλυκά και γενικά τά νόστιμα εδέσματα.

Μόνο με λειξουριές την έβγαλες σήμερα !!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηλιόσπορος, Σερραϊκή διάλεκτος.

Προφανώς λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε ψίχα.

Μια σακούλα μπατίρια πόσο κάνουν;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το pop corn, Σερραϊκός ιδιωματισμός.

Σ.ς.: πρωτοφανές, μετέφρασα μια Ελληνική λέξη στα Αγγλικά για να την καταλάβουν οι Έλληνες!

Στο διάλειμμα θα πάρουμε παπαλούτσες από το κυλικείο;

βλ. και παπαδούλες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στις Σέρρες χρησιμοποιούμε την φράση: «Φάγαμε φουρφούρι» σε περιπτώσεις που πήγαμε κάπου και δεν άξιζε τα λεφτά που δώσαμε ή τον κόπο που κάναμε.

- Φάγαμε φουρφούρι!
- Ας προσέχαμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified