Η απόλυτη ανία, βαρεμάρα, έλλειψη κινήτρου και όρεξης για οποιαδήποτε κίνηση ή μετακίνηση. Πιθανώς προέρχεται από τον σπάρο, κατά τα λεγόμενα, το πιο βαρεμένο ψάρι της θάλασσας.

Πρωινή/κυριακάτικη σπαρίλα, μ' έχει πιάσει σπαρίλα, τον έφαγε η σπαρίλα κτλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified