(Παλιά, πριν τα αυτόματα ακυρωτικά μηχανήματα): Ο εισπράκτορας, ιδίως στα λεωφορεία της Σαλονίκης, που περίμενες στην ουρά, να σου βγάλει εισιτήριο και καπάκι να το σκίσει (ακυρώσει).

Χαρτοσκίστη! Λάλα το τζιτζίκι να χυθεί ο μάγκας στην άσφαρτος!
(δηλ. Εισπράκτορα, πάτα το κουμπί της στάσης - με το χαρακτηριστικό τσίου Χ 2 - να κατέβει ο κύριος).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified