Πατρύ εστί το άπατο πηγάδι. Συνήθως αναφέρεται και στις δύο οπές χωρίς διακρίσεις. Επίσης μπορεί να υπονοεί συνήθως το γυναικείο όργανο, αλλά μπορεί και να χρησιμοποιηθεί και σαν χαρακτηρισμός κατάστασης όπως πατρύ λοκώ, πατρύ βιεϊρά.

«Χθές, ήμουν με το γυναικάκι και της έσκισα την πατρύ. Μετά πήρα πατρύ λοκώ και στο τέλος πανηγύρισα σαν τον πατρύ Βιεϊρά»

Σημείωση. Ο Βιεϊρά για όσους δεν ξέρουν είναι Γάλλος ποδοσφαιριστής, υπήρξε μεγάλος αμυντικός μέσος ο οποίος μεγαλούργησε τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα που εγέρασε κολλάει τα τελευταία του ένσημα πριν την σύνταξη. Το πλήρες όνομά του είναι Patrick Vieira εξού και το λογοπαίγνιο.

Patrice Loko (από poniroskylo, 31/07/09)Patrick Vieira (από poniroskylo, 31/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified