Σπασμένη πρέζα ή σπασμένη κόκα, η νοθευμένη με διάφορες άλλες (από στρυχνίνη, καφεΐνη, κοπανισμένα χάπια... μέχρι σοβά) σκόνη.
Αντώνυμο της καθαρής.
Σπάσιμο της Χ με Ψ (η νόθευση της Χ της με Ψ).
(Σ.σ. Εκλιπόντες σλάνγκοι θα έκαναν ολόκληρη διατριβή περί νοθείας και αποτελεσμάτων κατά περίπτωση. Εγώ ως εδώ μπόρεσα...)
- Κατα το σπάσιμο και το άκουσμα (ναρκοπαροιμία). 
- Σπασμένες είναι όλες (οι πρέζες), η καθαρή σε στέλνει μια κι έξω. 
- Η σπασμένη (κόκα) με στρυχνίνη χτυπά στο στομάχι. Η καφεΐνη τσιτώνει παραπάνω κι έχει άλλη πίκρα (στο στόμα).