Selected tags

Further tags

Ο τοξικοεξαρτημένος που είναι εθισμένος με τη δόση του. Κατά την περίοδο της πανδημίας Covid-19 χρησιμοποιήθηκε από αντιεμβολιαστές για να σατιρίσουν όσους λάμβαναν πολλαπλές δόσεις εμβολίων κατά του κορονοϊού. Είχε προηγηθεί χρήση του για τους εξαρτημένους Έλληνες από την εκταμίευση των δόσεων που συνδέονταν με τα μνημόνια. Βλ. και DOSάκιας / ντοσάκιας.

  1. Δοσάκιας 10φολιασμένος. Η ξαφνικούα θιρίζ τα γιδια που βλέπουν και πιστεύουν την τηλεκόλαση ή αλλιώς τελιόραση όπως το λένε οι χωριάταροι.Αφού μίλησαν οι τηλε-ειδικοί του κώλου,έτσι πρέπει να κάνουν τα γίδια,πρεζόνια καταντήσατε,δοσάκηδες. (Μακελειό).
    1. 1.Κατάλαβες πως η μάσκα είναι για τον πούτσο; 2.Έτσι το περνάνε όλοι οι ανεμβολίαστοι (οι ορίτζιναλ, όχι οι ληγμένοι δοσάκηδες) 3.Σε προστατεύει ακόμη η τρίτη δόση από το 2022. Γιατί δεν έχεις κάνει 4η και 5η από τότε ρε εμβολιάκια; (Χ).
    2. Δοσάκηδες και δωσίλογοι κυβερνούν διαχρονικά την Ελλάδα. (ΦΒ).
    3. Δεν μπορώ να το πιστέψω πως κατάληξα εγώ εδώ. Δεν μπορώ να το αντέξω νιώθω πως θα τρελαθώ.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Μηχανή ήμουν τόσα χρόνια μου χαλάσατε όμως το σασμάν. Μη μου δίνετε κανόνια θα σας γίνω ταλιμπάν.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Τι μου δίνετε αλήθεια τρώω μάλλον κάποιο ψεκασμό. Μου πουλάτε παραμύθια που θολώνουν το μυαλό.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που βουτάει, που καταβυθίζεται μεταφορικά ή κυριολεκτικά. Στο άθλημα της υδατοσφαίρισης (water polo), είναι ο κατεξοχήν επιθετικός παίχτης, ο πλέον προωθημένος. Στο τάβλι, στο πλακωτό, φουνταριστός είναι το πούλι εκείνο που ο παίχτης «προωθεί» ριψοκίνδυνα, χωρίς κάλυψη, με σκοπό να πλακώσει / χτυπήσει πούλι του αντιπάλου σε ευαίσθητη θέση. Στη ναρκοσλάνγκ, αυτός που κάνει φούντα.

  1. Το καράβι πήγε φουνταριστό, χωρίς επιζώντες.
  2. Ύστερα από την απόλυσή της πάει φουνταριστή προς τον πάτο.
  3. Παρακάτω θα γίνει μια μικρή περιγραφή των θέσεων. Αρχικά θα αναλυθούν τα extrem. Οι δυο αυτές θέσεις επιθετικά είναι η κύρια βοήθεια του φουνταριστού ενώ αμυντικά είναι όπως λέμε η πρώτη γραμμή άμυνας της ομάδας. Κύριος στόχος των παικτών που αγωνίζονται σε αυτές τις θέσεις ( είτε από τη μεριά του σουτ είτε από τη μεριά της πάσας ) είναι να βοηθούν την επίθεση της ομάδας δίνοντας λύση για τελικές πάσες ώστε να επιτευχθεί το γκολ. Τα ντεμί αποτελούν επιθετικά τη πρώτη πάσα από τον τερματοφύλακα είτε τον κεντρικό ώστε να να μπορέσει να οργανωθεί η επίθεση . Αμυντικά είναι οι δυο θέσεις που έχουν καίρια σημασία και βοηθούν περισσότερο τον τερματοφύλακα και τον κεντρικό να αντιμετωπίσουν τα αντίπαλα σουτ. Ο κεντρικός (αμυντικός) είναι κατά κύριο λόγο αυτός που οργανώνει την επίθεση της ομάδας. Είναι αυτός που πρέπει να βρει χώρους για να δοθούν οι κατάλληλες πάσες προς τους περιφερειακούς ή τον φουνταριστό για να επιτευχθεί κάποιο γκολ. Αμυντικά η βοήθεια του είναι πολύτιμη μιας και είναι ο κοντινότερος παίκτης στο τέρμα και μπορεί αν βοηθήσει στην αποκοπή των αντίπαλων σουτ. Τέλος ο φουνταριστός , είναι ο ποιο κύριος παίκτης για την επίθεση της ομάδας του . Είναι αυτός που βρίσκεται πιο κοντά στο αντίπαλό τέρμα και μπορεί άμεσα να σκοράρει . Πρέπει να σημειωθεί ότι στη θέση του φουνταριστού παίρνονται οι περισσότερες αποβολές (των 20 δευτερολέπτων). (Εδώ).
  4. Αυτόν τον φουνταριστό τι μου τον έβαλες, κεχαγιά στα αρχίδια μας;
  5. Η παραδίπλα παραλία είναι γεμάτη γυμνιστές και φουνταριστούς.

Got a better definition? Add it!

Published

Σλανγιωτατισμός για τον τοξικομανή που παίρνει ουσίες.

Ασχολείται με τα ουσιώδη. (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο κοκαϊνομανής, βλ. χιόνι.

Μας κυβερνάνε χιονισμένοι!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο κοκαϊνομανής. (Δες). Δες επίσης: κοκόρι.

Τίγκα στους κοκοριασμένους το πάρτι.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τοξικοεξαρτημένος μυτάκιας. (Δες).

Στο μεταξύ οι ασπρομύτηδες της Δύσης παραμιλάνε μέσα στις παραισθήσεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τοξικομανής μυτάκιας.

Το έχει κάψει τελείως από την κόκα ο αλευρομύτης.

Got a better definition? Add it!

Published

Η/ο ερωμένη/ος που ρουφάει τα πάντα κατά την πεολειχία. Επίσης, ο τοξικοεξαρτημένος. (Δες).

Για τον Τζέι Έντγκαρ Χούβερ του FBI λένε ότι το επώνυμό του δεν ήταν τυχαίο, αφού ήταν ηλεκτρική σκούπα στο πεορούφηγμα.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ειδικός στο χόρτο, ο χορταράκιας ή χορταρέας. (Δες).

Πάμε στον Μάκη να σου βρει ό,τι νταφού θες, είναι μεγάλος βοτανολόγος!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πετράς, αυτός που ασχολείται με την επεξεργασία λίθων, αλλά και ο μαστουρωμένος εκ του αγγλικού stoner. (Δες).

Όλοι πετρατζήδες ήταν μες στο Κάμελ.

Got a better definition? Add it!

Published