Αχαγιώτικη βερσιόν του καπνίζω. Επίσης: καπινάω. Παράγωγο: το καπίνισμα.
- Πόσα τσιγάρα καπίνισες χθες το βράδυ;
- Απαγορεύεται το καπίνισμα!
- Καπινάει το ένα τσιγάρο πάνω στ' άλλο.
Got a better definition? Add it!
Published 2013-08-11 10:35:59+00:00 Last modified 2015-05-24 09:29:45+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.