Στα καλιαρντά είναι τα καλιαρντά (ινσέψιο), έτσι δηλαδή λένε οι τζινάβοντες αυτή τη διάλεκτο των ομοφυλοφίλων την ίδια την διάλεκτο. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το εξηγεί με την έννοια ότι τα καλιαρντά είναι ένα δύσκολο αργκοτικό ιδίωμα που μπορεί να ακούγεται εξίσου ακαταλαβίστικο στον αδαή όσο και τα λατινικά, σε φάση it's all Greek to me, που λένε οι Άγγλοι. Μπορεί να υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Βαθιά λατινικά είναι τα πιο δύσκολα καλιαρντά.

Βαβέλιασα βαθιά λατινικά και ετρούσκα για να γροικάει η τζασλή να κάμει σολοφλόκιασμα. (Από το μπουντουσουμού).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified