Αποστάτης στη γλώσσα του ποδηλάτου ονομάζεται ο μεταλλικός δακτύλιος που τοποθετείται μεταξύ συναρμολογημένων μερών του ποδηλάτου, ώστε να καλυφθεί τυχόν απόσταση μεταξύ τους και να επιτευχθεί σταθερότερη εφαρμογή (λ.χ. μεταξύ τιμονιού και σκελετού, πιρουνιού και σκελετού, ακόμα και στη σέλα ή στους άξονες των τροχών).
Εντάξει, δεν είναι πιουρ σλανγκ, αλλά δεν είναι ωραίο που αυτός ο αποστάτης προέρχεται από την απόσταση και όχι την αποστασία;
Να μη συγχέεται με τον Αποστάτη και τους πολιτικούς του επιγόνους: ο μεν ποδηλατικός αποστάτης αποτρέπει το τζόγο, ο δε πολιτικός αποστάτης συνέβαλε στο να ζήσει το Ελλαδιστάν μια περιπετειώδη και γεμάτη ζωή.
(αντί τεχνικού παραδείγματος, πχ «Αγόρασα ένα αποστάτη 2 cm κλπ κλπ, ένα ποιηματάκι από κάποιον παραληρηματικό εδώ)
Πριν τον Αντρέα ο Αποστάτης,
μετά τον Αντρέα ο Χατζηαβάτης,
μετά εσύ ο Υπνοβάτης
και τώρα έρχεται ο Ποδηλάτης.