Μερεμέτι, μικροδουλειά του σπιτιού (ηλεκτρολογικά, υδραυλικά). Γενικότερα, οποιαδήποτε «υποδεέστερη» δουλειά που έχει ανατεθεί σε κάποιον: θέλημα, βοήθεια σε χειρωνακτική εργασία, μεταφορά κάποιου πράγματος κ.λπ.

- Πού πας;
- Με έχει χώσει ο κυρ-Αλέξης να πάω να κάνω μια αλβανιά στο εξοχικό του, κάτι ηλεκτρολογικά.
- Πω ρε φίλε, πήξιμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified