Η σεξουαλική πράξη κατά την οποία η γυναίκα κρατά ενωμένα τα στήθη της ενώ ο άντρας μετακινεί παλινδρομικά το πέος του ανάμεσά τους. Η στάση αυτή μπορεί να εκτελεστεί μόνο όταν τα γυναικεία στήθη είναι αρκούντως ευμεγέθη.

Συνώνυμα: ισπανικό, ισπανική μαλακία, ισπανική πίπα.

- Του Μήτσου του αρέσει πολύ η βυζομαλακία: γι' αυτό τα φτιάχνει μόνο με βυζαρούδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεξουαλικό παιχνίδισμα κατά το οποίο η παρτενέρ ταλαντεύει με δύναμη τα στήθη της στο πρόσωπο του ανήμπορου να αντιδράσει αρσενικού. Ικανή και αναγκαία συνθήκη για να λάβει χώρα ένα βυζοσκάμπιλο είναι τα στήθη να είναι αρκούντως μεγάλα (εξού και η ανικανότητα του αρσενικού να αντιδράσει αφού έχει μείνει κάγκελο από το μέγεθος).

- Ρε Μήτσο, πώς είσαι έτσι ρε μαλάκα. Σε πλακώσανε στο ξύλο πάλι;
- Άσε ρε μαλάκα... Γνώρισα μια 40άρα εχθές το βράδυ και με τάραξε στα βυζοσκάμπιλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified