Ελληνοποίηση του πασίγνωστου αγγλικού όρου «shock». Δηλώνει μεγάλη έκπληξη ή θαυμασμό. Για να δοθεί έμφαση, είναι καλό στον προφορικό λόγο να προφέρεται με παχύ 'σ' (σσοκ) και στο chat να αναγράφεται ως εξής: σοκκκκκκκ. Οι χρήσεις του αμέτρητες - βλ. παραδείγματα.
- Μαλάκα, φάε αυτό το μπανόφι και κλάψε.
- Τόσο καλό;
- Σοκκκκ λέμε...- Παίδες, χτες έβαλα ένα γκομενάκι το σοκ το ίδιο.
(σημ.: εδώ κολλάει η απάντηση: Ηρέμησε).- Κοιτάξτε μαλάκες, έρχονται δυο μουνιά-σοκ.
ή εναλλακτικά:
- Κοιτάξτε μαλάκες, έρχονται δυο σοκ.