Ο αλλοπρόσαλλος, επιπόλαιος, ασυνάρτητος τύπος.
Αυτός που κάνει πατάτες και μετά ξεφυσάει, όλο ουφ και ουφ.
Από το πατάτα + ουφ.
(Καμιά σχέση με το μπάρμπα στρούμφ)
Τι έγινε, γιαε... ξάνοιξε, ήντα παθε πάλι ο πατατούφ...
Ο αλλοπρόσαλλος, επιπόλαιος, ασυνάρτητος τύπος.
Αυτός που κάνει πατάτες και μετά ξεφυσάει, όλο ουφ και ουφ.
Από το πατάτα + ουφ.
(Καμιά σχέση με το μπάρμπα στρούμφ)
Τι έγινε, γιαε... ξάνοιξε, ήντα παθε πάλι ο πατατούφ...
Μάλλον από μια παλιά παιδική σειρά.
Got a better definition? Add it!