Τυπολογικό όνομα για αυτόν που βουβαίνεται και δεν μιλάει καθόλου, αλλά περιμένει να μιλήσουν οι άλλοι, και ίσως και να υπεκφεύγει της ευθύνης του, για τον βουβαντώνη. Άλλα τυπολογικά με το δημοφιλές θόδωρος/-α: γυναικοθόδωρος, μουνοθόδωρος, παστρικοθοδώρα.

Πάσα: Σούλτω.

  1. Ο δικηγόρος της ΑΕΚ είπε σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Άρη Ασβεστά στο SDNA: «Πού είναι οι ποδοσφαιρικοί εισαγγελείς, ο κ. Πετρόπουλος και ο κ. Καρράς; Γιατί δεν άσκησαν πειθαρχική δίωξη στον Περέιρα και στον Κασάμι; Παρά άσκησαν στον Μελισσανίδη για μια δήλωση, την ώρα που έχει κριθεί από το δικαστήριό σας ότι ο Μελισσανίδης δεν έχει μετοχική σχέση με την ΑΕΚ. Η κίνηση αυτή δείχνει εμπάθεια, απρέπεια και παράβαση καθήκοντος. Αλλά όταν δεν μας συμφέρει, βασιλιάς εδώ στο Γουδή είναι ο «μουγγοθόδωρος»! (Εδώ).
  2. -πεθανε ο μουγγοθοδωρος -ελα ρε απο τι? -απο μοναξιες ειπαν οι γιατροι -απο μοναξιες? -ναι ρε,δεν μιλουσε σε ανθρωπο. (Αστειάτορας στο Τουίτερ).
  3. Κάνεις σενάρια, τα βάζεις με τον εαυτό σου, προσπαθείς να μπεις σε μία διαδικασία αυτογνωσίας κι ο άλλος σωστός Μουγγοθόδωρος. (Pillow Fights).
  4. Ο Κώστας «έφαγε χυλόπιτα», αλλά όση ώρα μιλούσε η Σταματίνα, εκείνος ήταν μουγγοθόδωρος... απλώς είχε ένα παγωμένο χαμόγελο! (Εδώ).
  5. Γιατί σείς ο λαλίστατος, εδώ γίνατε "μουγγοθόδωρος"; Που είναι η παρέμβασί σας; Εχετε ¨κότσια" να ελέγξετε τον ΙΕΡΩΝΥΜΟ; (Είπε το δεσπότη όχι Παναγιώτη, αλλά Θόδωρο εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπολογικό όνομα που σημαίνει αυτόν που στέκεται βουβός, δεν μιλάει, σιωπεί, αλλά ενδέχεται και να είναι ύπουλος και να σιωπεί ενόχως. Το βρίσκω στον Στρατή Τσίρκα (Αριάγνη, 1962), οπότε είναι παλιό, αλλά και σε σύγχρονη φοράδα και στο Φέισμπουκ. Το Αντώνης έφτιαχνε παλιά τυπολογικά ονόματα, πρβλ. τα τρελαντώνης, μαλακαντώνης, τρυπαντωνάκης, ενώ έχουμε και το σύγχρονο λολοπαίγνιο αντώνης.

  1. Δεν παραδεχόταν πως το αντρόγυνο ήρθε στη μάνα της για να τους τα φτιάξει που καυγαδίσανε. Όχι. Κάτι άλλο έγινε. Κι έδειχνε την Αλλέγρα, το ξεμάλλιασμά της. Η Ουρανίτσα, πιο διπλωμάτισσα, ξεμονάχιασε τον κορνούτο. Κι αυτός, κορνούτος για κορνούτος, της είπε την αλήθεια.
    -Καλλιόπη, λέει της αδελφής της. Έλα να σου πω.
    -Τι, φώναξε η άλλη σαν θεατρίνα, όταν άκουσε. Μέσα στο σπίτι μας; Αυτός ο βουβαντώνης, ο ρέμπελος; Αμέσως έξω. Έξω, έξω... (Στρατής Τσίρκας, Ακυβέρνητες Πολιτείες Β΄, Αριάγνη, Αθήνα: εκδ. Κέδρος, 1962, σ. 267. Περιγράφεται το ότι ο ήρωας του έργου, ενώ ήταν φιλοξενούμενος χαμηλών τόνων και σιωπηρός, έκανε φάση με παντρεμένη γειτόνισσα.).
  2. Τσίπρας: Ο Σαμαράς κατώτερος των περιστάσεων. Σχόλιο: Ἀφοῦ εἶναι βουβαντώνης.... (Από το Φέισμπουκ).

Και στον πληθυντικό.

  1. Θα μπορουσαν να τους εχουν πχ τελειως βουβους και τοτε θα ηταν χειροτερο γιατι θα μοιαζαν σαν βουβαντωνηδες. (Εδώ).
  2. Ελπιζω να τα λυσουν και να μην παιξουν παλι τους βουβαντωνηδες. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified