Selected tags

Κύρια ονόματα ανθρώπων, πρώτα ονόματα ή επίθετα, πραγματικά ή κατασκευασμένα, τα οποία έχουν καταλήξει να είναι συνώνυμα ενός τύπου ανθρώπου, μιας ιδιότητας, μιας κατάστασης κλπ

Further tags

Ψευδο-επώνυμο που σημαίνει τον άσχετο, τον ηλίθιο, τον άκυρο.

Ε μα, ο καθε ασχετιδης λεει την παπαντζα του γιατι του το ειπε ο γνωστος που εχει γνωστο ενα γυμναστη που το διαβασε στο σουπερ-κατερινα... συγνωμη για την πολυλογια, καλημερα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το έντομο βρομούσα στην ποικιλία των Επτανήσων!

Άσε την να φύγει τη βρομομαρία!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο προγλωσσικός, ο χαζός, επειδή ο ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ είχε μεγαλώσει στη ζούγκλα, μαθαίνοντας κατ' αρχήν τη γλώσσα των ζώων.

Στην κοσμάρα του είναι ο μόγλης.

Got a better definition? Add it!

Published

O δειλός, που τρέμει.

  1. Δέχτηκε συμβιβασμο, ως τρεμολάζαρος, αντι να προσφύγει στο Ευρ.Δικαστήριο. Αυτή είναι η αλήθεια. Τα υπόλοιπα προχειρότητες και άγνοια. (Εδώ).
  2. eimai k tremolazaros. Βλέπω στρώματα,τυλίγουνε,καπνού το δωμάτιο και καταλύγουν να καταβροχθίζουνε το νού.. (Χιπ Χοπ).
  3. στα 8 την ειχα. σαν τρεμολαζαρος ειναι ωρες ωρες. (Σκρουτζ).

Got a better definition? Add it!

Published

Σε προέκταση του άλλου ορισμού, είναι η λεσβία με ανδροπρεπή χαρακτηριστικά τύπου μπουτς ή νταλίκα.

— Άλλο το σπορτίβ κι άλλο το κουστούμι και μπαίνω μέσα και κάνω το Μήτσο. — Και όλες θρασύδειλες, έτσι; Μπορεί να το παίζανε μαγκιά κλανιά κι ο κώλος φινιστρίνι, που έλεγε και η μάνα μου. Μπορεί να σου πούλαγε μαγκιά και άμα αγρίευες εσύ, ίοοου (σσ. Εννοεί ότι έφευγε χωρίς να τσακωθεί). (Μαριάνθη, Πέρσα, 53 χρονών). (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 141).

Got a better definition? Add it!

Published

Άτομο που για πρωινό τρώει στεροειδή και λόγω υπερβολικής σωματικής διάπλασης γεμίζει ασφυκτικά το κάθισμα στο τραίνο ή ένα στενό πεζοδρόμιο και δε χωράς να περάσεις.

Σύνθετο, ετυμολογείται από το Ράμπο και την κατάληξη -ειδές.

Χαρακτηρίζεται ως άτομο όχι απλώς βίαιο αλλά ως άτομο που έχει φετιχοποιήσει τη βία και δεν αγαπάει ούτε άντερα του. Συντηρεί τις εταιρίες παραγωγής και πώλησης αναβολικών και τις εταιρείες συμπληρωμάτων διατροφής. Ο ναρκισσισμός του είναι σε άλλα επίπεδα και στόχος της ζωής του το "τέλειο" σώμα που οι πολλοί κοιτώντας το με οίκτο θα το χαρακτηρίζαμε τερατώδες. Υπερβολικά φουσκωμένοι ιστοί, βαρύ πάτημα, αφύσικα φαρδιές πλάτες. Πουλάει ποζεριλίκι στο γυμναστήριο και στη παραλία. Πουλάει τσαμπουκάδες στους πιο αδύναμους από αυτόν και σε γυναίκες. Το χαρακτηρίζουν μεταξύ άλλων ο κομπλεξισμός, η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, η έλλειψη παιδείας με αποτέλεσμα τη προσήλωσή του σε κούφιες έννοιες όπως: αίμα, φυλή, θρησκεία, έθνος και έτσι είναι απόλυτα χειραγωγήσιμο άτομο. Συχνά αναζητά την επιβεβαίωση και χρησιμοποιεί την γυναικεία παρουσία και τους τραμπουκισμούς ως άλλοθι... έναντια στην ασεξουαλικότητα του ή την σεξουαλική του ανικανότητα λόγω των αναβολικών. Συχνάζει κυρίως σε γυμναστήρια ή σιδεράδικα αλλά και σε καφετέριες που συχνάζουν και άλλοι γορίλες σαν αυτόν. Στους χωρους αυτούς τους αναζητούν διάφοροι όπως: άνθρωποι της νύχτας για να τους προσλάβουν για μπραβιλίκια, νεοναζί για να τους στρατολογίσουν και να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, συνδεσμίτες για να τους στρατολογίσουν επίσης, αναρχικοί/αυτόνομοι/αντίφα για να τους επιβραβεύσουν για την βοήθεια που πρόσφεραν στους νεοναζί. Αν το ραμποειδές καταφέρει να τελειώσει το λύκειο (λέμε τώρα) αποκαθίστατο επαγγελματικά ως γουρούνι των ΜΑΤ (εκεί και αν βγάζει όλα του τα κόμπλεξ), αλλιώς γίνετε μπράβος σε στριπτιτζάδικο ή σκυλάδικο, ασφάλεια προσώπων, σεκιουριτάς. Τον ελεύθερο του χρόνο οργανώνεται στις νεοναζιστικές συμμορίες και στους συνδέσμους οπαδών. Υπάρχουν και μερικά δείγματα ραμποειδών που δεν ασχολούνται με ναζιστάκια και χουλιγκάνους και ειδικά αν έχουν λύσει το οικονομικό η ζωή τους είναι σπίτι-σιδεράδικο, σιδεράδικο-σπίτι. Ο δείκτης IQ τους είναι γενικά κάτω του μετρίου και είναι τραμπούκοι και ψευτόμαγκες.

Συνώνυμα: Γορίλας, σβάρτσος, ράμπο, γυμναστηριακός, ντουλάπα, φαρμακωμένος, μπιλντέρι, πρησμένος, ντούκι, σώμας, χτιστός, φουσκωτός, donkey-kong, σφίχτερμαν, μπονταίο, τίγκας, τέρας κ.τ.λ.

- Δες ρε μαλάκα το ραμποειδές με πόσο γλοιώδη τρόπο την πέφτει στη κοπέλα.
- Μου έρχεται να τον πατήσω ένα μπουκέτο στη μάπα και να τον ξαπλώσω κάτω.
- Ώπα ρε άντρα πρόσεχε τα ψωλοχύματα μη μας πιτσιλίσεις και εμάς...

ραμποειδές γορίλας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ανατολ. Μακεδονία (τουλάχιστον) σημαίνει τον παχύ, σωματώδη άντρα· αυτόν με τον χοντρό σβέρκο.
Συνώνυμα: τόφαλος, ξίγκι, βους.

Σύμφωνα με το λεξικό, μπισ, μπισ είναι η φωνή με την οποία φώναζαν τα γουρούνια στη νηπιακή γλώσσα και μπίσι το γουρούνι κι ο βρώμικος σαν το γουρούνι.
Ακόμη, Μπισίκια, (τα) είναι η λίμνη Βόλβη, από τα δυο παράλια χωριά της, τα Μεγάλα και Μικρά Μπισίκια.
Από το βουλγάρικο bis =γουρούνι.

Είναι και πολύ συνηθισμένο επώνυμο.

Ποιος παπάς μαρή, ο μπίσιος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μινώταυρους λένε στην Κρήτη οι όχι-και-τόσο-παλαιοί τα περίφημα τρίκυκλα με την καρότσα, των οποίων raison d'etre και συγκριτικό πλεονέκτημα ήταν ότι ο κινητήρας μπορούσε να γίνει και σκαφτικό μηχάνημα αν τους έβγαζες τα λάστιχα κι έβαζες αλέτρια, και τα οποία ήταν σε ευρεία χρήση σε περασμένες δεκαετίες, αλλά ακόμα και σήμερα μπορεί κανείς να πετύχει κανένα ή ίσως ακόμα και ν' αγοράσει (;), καθότι ταντάν ταντάααν! η Κρητική βαρζά βιομηχανία και η ομώνυμη εταιρεία εξακολουθεί να τα παράγει (ή την εξέλιξη αυτών). Πήραν το συλλογικό παρανόμι τους πράγματι από την εταιρεία MINOTAVROS, αν και υπήρχαν κι άλλες (βλ. τα λίνκια στα παραδείγματα).

the real thing

Αλλά σωποδήποτε, δεν θά παιξε ρόλο στο να ταιριάξει το όνομα και η δαιμονικά θορυβώδης παρουσία τους, η μυρωδιά καμμένου καυσίμου και λαδιού που διαχεόταν από τα ρουθούνια τους, η κερασφόρα τους όψη στο τιμόνι και η τρομακτική και τερατώδης εν γένει παρουσία τους (ειδικά αν είσαι κοπελάκι); Δυστυχώς, δεν είμαι μερακλής με τα τροχοφόρα οποιουδήποτε είδους ούτε Ηρακλειώτης για να γράψω πιο πολλά. Απολαυστικές φωτό και ιστορία εδώ.

από Αλίκαμπο Αποκορώνου Χανίων

  1. Σοβαρά τραυματίστηκε σήμερα το απόγευμα ένας 57χρονος στο Στρέφι, όταν το τρίκυκλο αγροτικό ("Μινώταυρος") που οδηγούσε, συγκρούστηκε με επιβατηγό αυτοκίνητο.΄ πηγή

  2. Ένα απαραίτητο εργαλείο για όλες της αγροτικές εργασίες αφού εκτός από μεταφορικό μέσον, στα πρώτα χρόνια της ύπαρξης τους , μετατρέπονταν και σε σκαπτικό για τα χωράφια. Στα τρίκυκλα που κυκλοφορούσαν τότε στο πίσω μέρος της καρότσας τους αναγράφονταν υπερήφανα η μάρκα του εργοστασίου κατασκευής τους (MINOTAYROS – CANDIA – MINOS - RECOR …) [...] Με τα χρόνια τα τρίκυκλα είχαν την δική τους μικρή εξελικτική διαδρομή, τους πρόσθεσαν μηχανή αυτοκινήτου, μίζα , λεβιέ ταχυτήτων , πεντάλ, απέκτησαν τιμόνι , κουβούκλιο, παρμπρίζ, πόρτες, φανάρια, φλας (πάντα σε αχρηστία ) Μπορούσες να βρείς διάφορα τέτοια μοντέλα σε οικονομική έκδοση η σε full extra ! Αλλά απο τα σπουδαιότερα πρόσθετα τους υπήρξαν τα κομματικά λάβαρα και οι σημαίες, που ανέμιζαν με παρρησία και μέγιστη Κρητική περηφάνια πάνω στις σαραβαλιασμένες καρότσες τους τριγυρίζοντας ανάμεσα στους ταλαίπωρους δρόμους της μεγαλονήσου. Πηγή, όπου και πολλές άλλες πληροφορίες και λινκια προς τις εταιρείες της Κρητικής βιομηχανίας οχημάτων.

  3. ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1970 ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΒΙΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ [...] ΜΙΑ ΕΞΥΠΝΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΡΟΤΕΣ. ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ. ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ ΕΙΧΕ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙ 2-3 ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΥΣ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 70 ΣΥΝΗΘΩΣ ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΧΡΩΜΑΤΟΣ.ΟΙ ΟΔΗΓΟΙ ΤΩΝ ΤΡΙΚΥΚΛΩΝ ΑΥΤΩΝ ΗΤΑΝ ΦΟΒΕΡΑ ΕΠΙΚΥΝΔΙΝΟΙ ΟΔΗΓΙΚΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΛΕΙΨΑΝ ΤΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ. [...] ΕΝΘΥΜΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΗΧΟ ΤΗΣ ΕΞΑΤΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΧΡΟΝΟΥ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΖΑΚΣ ΤΟΥ ΣΚΑΦΤΙΚΟΥ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΠΝΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΑΔΕΑ ΤΟΥ ΚΑΥΣΙΜΟΥ ΟΠΩΣ ΔΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ 50ΧΡΟΝΟΥΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΔΗΓΟΥΣ ΤΩΝ ΤΡΙΚΥΚΛΩΝ ΠΟΥ ΜΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΚΑΜΑΡΙ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΣΤΥΛ ΟΔΗΓΟΥΣΑΝ ΤΑ ΙΔΙΟΡΥΘΜΑ ΚΑΙ ΘΟΡΥΒΩΔΗ ΕΚΕΙΝΑ ΤΡΙΚΥΚΛΑ. πηγή

  4. - (φίλη κρητικιά οδηγός αφηγείται:)...Και καθώς πήγαινα στο χωματόδρομο, πίσσα σκοτάδι, βλέπω να έρχεται κατά πάνω μου ένα παράξενο πράγμα, με ένα φως ψηλά στη μέση που έτρεμε πάρα πολύ... Χέστηκα απάνω μου μέχρι να καταλάβω, ήταν ένας γέρος πάνω σ' ένα μινώταυρο με ένα φακό στο στόμα!

    - (οι αναμαζωξιάρηδες του ακροατηρίου:) Ένα τιιι;;;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι ο κακούργος, προφ από τον λήσταρχο Χρήστο Νάτσιο- Νταβέλη (1832-1856) με τη μυθιστορηματική ζωή που ενέπνευσε τη λαϊκή μούσα, γενόμενος ήρωας του Θεάτρου Σκιών, αλλά και πολλών θρύλων.

Ο λήσταρχος Χρήστος Νάτσιος- Νταβέλης, έργο του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου

Η μπατσαρία, άμα έβγαινε για παγανιά, έπρεπε ζορ ζορνά να τσακώσει κανένα κακομοίρη ή να ντουπάρει για να γουστάρει. Μπιζ και τζαζ. Μια δόση κάνουν οι ρούνες ένα ντου, τσακώνουνε δυο από μας, μας χώνουνε στο ρουνικό και μας πάνε στο Ηθών για ανάκριση. ΚουλάΚουλά. –Πιάσανε μαζί μου και την άχαλη, τη φίλη μου την Πόντια, τη μυταρού. Σούμη, το χαϊδευτικό της απ’ το Σουμέλα. Μας πήγαιναν συνοδεία κι αυτή έκανε την πλάκα της, η άτιμη. «Μάνα μου, θα γαμούνε μας και ντο πολλοί πα είναι», πέταξε την παροιμία της. Δεν είχα ξαναμπεί σε πούλμαν, έχω και κλειστοφοβία. Νόμιζα πως θα τεζάρω. Ταραγμάν-ταραχάν. Δε ρίξανε καθόλου ντουπ, πέσαμε σε καλά παιδιά, με τρόπους. Τελειώσανε τα τυπικά, κάνω να φύγω, «ελεύθερος, αγορίνα» μου λέει ο φρουρός και «πέρνα να μας βλέπεις και μας». Τον δικέλω, κούκλος, θεόλατσος. Τα φτιάχνω μ’ αυτόν, πολύ τον γουστάριζα, κόβω και λίγο απ’ την πιάτσα, με τάιζε. Όσο αρρενωπός ήτανε ο μπάτσος μου, άλλο τόσο παθιασμένος ήταν με την πάρτη μου. Δε λατσευότανε το κουραβάλιασμα. Βέρος τζιναβωτός ήτανε, μ’ είχε τρελάνει στα τσιμπούκια, αυτός σε μένα, όχι εγώ σ’ αυτόν. Φιλιά στο στόμα, άγριο κοντροσόλ με τη γλώσσα σα τριμπουσόν κι από κει τσιμπούκια συνέχεια, σε σημείο να μπουχτίζεις. Δε γουστάριζε κουραβέλτα. Μέσα στο περιπολικό τα κάναμε τα αίσχη μας, μας κοίταζε κι ένα μωρό από μια μικρή φωτογραφία δίπλα στο τιμόνι. Τελείωνε την πίπα ο καλός μου και άβελε κοντροσόλ από πάνω και στο παιδάκι του. Πατέρας, μικροπαντρεμένος ήτανε. Ποιος ξέρει τι μουσαντά θα μπέναβε στη γυναίκα του. Ε, δεν κρατάνε πολύ αυτά. Δεν είμαι δα και των δεσμών. Ούτε και της προστασίας, γιατί δε φοβάμαι. Είμαι πολύ δυνατή. Μας ζυγώνανε μερικοί και μας κάνανε τον κατελάνο. Ή τον νταβελάκη. Ε, δε σήκωνα τέτοια. Μια φορά έδειρα κάποιον νταγλαρά στο Βαρδάρι, ένα κωλόπαιδο, που μ’ έψαχνε με την πρόθεση να με χτυπήσει ο κατέ. Αδερφή είναι, σου λέει, μαθημένη να τις τρώει. Τώρα θα δεις ποια ειν’ η αδερφή και ποιος ειν’ ο μάγκας. (Από το μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη Ο Γύρος του Θανάτου, εκδ. Άγρα, 2010, δες εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπολογικό όνομα που δηλώνει τον βιαστικό άνθρωπο, που βιάζεται να κρίνει, είναι ανυπόμονος, τσαπατσούλης και δεν αφοσιώνεται σε αυτό που κάνει. Σλανγκική Θεοδώρα είναι και η παστρικοθοδώρα.

  1. -Ανοησια. Τελειωσε η αγωνια τωρα. Η Ιαπωνια θα νικησει 100%, οποτε τζαμπα κοπος για εμας. Κριμα....
    -Γιατι εισαι βιαστικοθοδωρα? Περιμενε να τελειωσουν τα ματς, εδω που τα λεμε δεν εκανες κ τιποτα να προκριθεις οποτε δωρο θα ειναι. (Ινσόμνια).
  2. -τιποτα...μαλλον η μια μερα ban για leave μετραει
    -Γιατι εισαι βιαστικοθοδωρα? Περιμενε μεχρι Δευτερα.. (Lol).
  3. Μαριάννα ή αλλιώς βιαστικοθοδώρα. Πήγα λοιπόν και γω απόψε να δω τα κάλλη της Βουλγάρας, ορμώμενος από τα σχόλια των προηγούμενων συναγωνιστών. Και δεν είχαν καθόλου άδικο. Η κοπέλα είναι πολύ καλή εμφανισιακά,με τρομερά φυσικότατα βυζιά (τώρα, 4άρια 4,5άρια μικρή σημασία έχει, αφού είναι ούτως ή αλλέως απίστευτα!) και γενικότερα καμπύλες που σατανίζουν. Όμως μέχρι εκεί. Μέσα στο δωμάτιο είναι το ακριβώς αντίθετο,μιλώντας για υπηρεσίες.Τρομερής διάρκειας πίπα-μόλις 10"!!! Και να φανταστείτε ότι με +10€ ζήτησα ελ.στ. το οποίο ήταν "παίξιμο" με την γλώσσα στην κορυφή για περίπου 5"-6" και μετά μια-δυο ψευτομπουκώματα και τέλος!!! Το "ισπανικό της δε, αέρας πέρασε ο "μάγκας" ανάμεσα από τα 2 υπέροχα βυζιά της! (Από κριτική στο Μπου για παστρικιά βιαστικοθοδώρα, παστρικοθοδώρα δηλαδή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified