Ο τύπος/η τύπισσα που καβατζώνει αναπτήρες.

Συνήθως, η λέξη χρησιμοποιείται σε θηλυκό γένος, δηλ. καβατζόπουστα.

Η διαδικασία καβατζώματος αναπτήρα είναι στάνταρ και είναι η εξής: αράζετε μαζί και κάνετε τσιγάρο, αυτός/ή ψάχνεται και δεν βρίσκει πάνω του φωτιά, ζητάει αναπτήρα, του/της δίνεις, ανάβει το τσιγάρο και, με γρήγορες κινήσεις, βάζει το χέρι του/της στην τσέπη. Αυτό ήταν, αποχαιρέτα τον αναπτήρα σου για πάντα.

Σε περίπτωση που ζητήσεις τον αναπτήρα σου πίσω, ο καβατζόπουσταςκαβατζόπουστα θα κάνει ότι δεν ξέρει τίποτα. Μάλιστα, ίσως σε προκαλέσει να τον/την ψάξεις κιόλας, αφού πρώτα επικαλεστεί τα θεία και ορκιστεί στη μάνα του/της.

- Ρε μαλάκα, που είναι ο αναπτήρας μου; Στον χέρι μου τον είχα πριν ένα λεπτό.
- Κι εγώ που θες να ξέρω, μωρέ μαλάκα;
- Ρε, τον καβατζώσες;
- Όχι ρε βλάκα, πας καλά; Στο ορκίζομαι. Ψάξ' τις τσέπες μου.
- Εσύ τον πήρες μωρή καβατζόπουστα; Δώσ' τον μου πίσω, δεν έχω άλλον.

Got a better definition? Add it!

Published